Νίκος Σταυρίδης

Νίκος Σταυρίδης

Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Άλλοτε ως γεροντοπαλίκαρο, κάποτε ως ξιπασμένος με τα κοριτσόπουλα εξηντάρης, ενίοτε ως επιπόλαιος ανύπαντρος μεγαλεπιχειρηματίας, που σκορπούσε απερίσκεπτα στα μπουζούκια τα λεφτά του, ο Νίκος Σταυρίδης υπήρξε ένας μεγάλος έλληνας κωμικός, που αποτύπωσε αδρά το  καλλιτεχνικό του στίγμα του στην καρδιά μας. Στα δίσεκτα χρόνια των μεταπολεμικών μας δεκαετιών, που τα σκίαζαν οι οικονομικές δυσπλασίες, ο σπουδαίος κωμικός μας πρόσφερε άφθονο γέλιο και αποτέλεσε την ηθική απαντοχή για πολλούς βασανισμένους απο την φτώχεια Έλληνες, που στην ανεπανάληπτη φιγούρα του, διασκέδαζαν και ξέχναγαν τα προβλήματά τους.

Ο Νίκος Σταυρίδης δεν ευτύχησε να έχει στην καριέρα του δόκιμες θεατρικές σπουδές, που θα τον όπλιζαν με το προβλεπόμενο θεωρητικό οπλοστάσιο. Έτσι με μόνα εφόδια το έμφυτο ταλέντο του, την ισχυρή του θέληση, αλλά και την ακατάβλητη αγάπη του για την κωμωδία, που για αυτόν ήταν βίωμα ζωής, ξεκίνησε την μακρά καλλιτεχική του πορεία, για να αναδειχθεί σε έναν απο τος κορυφαίους κωμικούς μας. Ο μεγάλος μας κωμικός είδε το φως της ζωής, στο βαθύ της Σάμου το 1910. Και ήταν απο την παιδική του κιόλας ηλικία, έκδηλα τα αξιόλογα καλλιτεχνικά του τάλαντα. Μάλιστα το 1929 θα κάνει πρόβα τζενεράλε στην καλλιτεχνική του διαδρομή, ανεβαίνοντας στο παλκοσένικο στην παράσταση «Λοβιτούρα». Όμως δεν ήταν ελπιδοφόρα η συνέχεια.Θα αποζητήσει το μεροκάματο για να ζήσει, χτυπώντας την πόρτα σε διάφορα θέατρα, λειτουργώντας αρχικά σαν τραγουδιστής. Αλλά επι ματαίω. Μάλιστα η «αποτυχία» του σε ένα νούμερο που τον έβαλαν να παίξει στο θέατρο «Έντεν» του Θησείου, με την κραταιά τότε Κούλα Γκιουζέπε, θα τον οδηγήσει στην απελπισία. Απογοητευνένος πίνει ένα μπουκάλι ούζο και παίρνει τον δρόμο για την Ακρόπολη, προκειμένου να αυτοκτονήσει. Ωστόσο το αλκοόλ, θα τον κάνει να «ξεχάσει» και έτσι διεσώθη η ζωή του.

Γύρω στα 1939 ωστόσο, ο Νίκος Σταυρίδης κάνει πιο συστηματικά την εμφάνισή του στα θεατρικά σχήματα της εποχής και κατορθώνει μετά απο κάποιες καλές εμφανίσεις του, να εδραιωθεί και να «μπεί» στο σανίδι. Καταπιάνεται αρχικά με την οπερέτα που τότε «σαρώνει» τον καλλιτεχνικό χώρο και εν συνεχεία με την επιθεώρηση, που επίσης γνωρίζει μέρες δόξης λαμπρές. Όμως μέσα απο αυτό το μαχητικό και επιτυχημένο θεατρικό του άνοιγμα, έχει αρχίσει να ανατέλει το άστρο του Νίκου Σταυρίδη. Έτσι δημιουργώντας θεατρικά σχήματα με τους επίσης επιτυχημένους μας κωμικούς Ρένα Βλαχοπούλου, αδελφές Καλουτά, Τάκη Μηλιάδη, Διονύση Παπαγιαννόπουλο, Μαρίκα Νέζερ κ.α. και για μια δεκεπανταετία ήτοι 1942-1958, κάνει περιοδείες σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό και αναγνωρίζεται απο το θεατόφιλο κοινό, ως ένας απο τους καλύτερους κωμικούς μας. Περί τις 100 θατρικές παραστάσεις, είναι η αποκομιδή της εργώδους παρουσίας του Νίκου Σταυρίδη αυτό το διάστημα, στις οποίες προεξάρχουν οι «Εκατό χιλιάδες δολάρια», «Δέκα μέρες στο Παρίσι», «Η αυτού εξοχότης...εγώ», «Ο Ηλίας του 16-ου» κ.α.

Αν και κατ΄εξοχήν θεατρικός κωμικός ο Νίκος Σταυρίδης, έστω και με χρονική υστέρηση, θα αφήσει αδρά το καλλιτεχνικό αποτύπωμά του και στην μεγάλη οθόνη. Θα παίξει και θα πρωταγωνιστήσει σε πλήθος κινηματογραφικών μας ταινιών, προσφέροντας άφθονο γέλιο, που θα καταγραφούν στα διαμάντια του ασπρόμαυρου κινηματογράφου μας. Την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση θα κάνει το 1950, στην ταινία της Φίνος Φίλμ «Έλα στο θείο» και μέχρι το 1972, θα συμμετάσχει σε πάνω απο 120 ταινίες. Μεταξύ αυτών που θεωρούνται ατίμητο ηθικό κεφάλαιο για την μεγάλη μας οθόνη, προεξάρχουν οι : «Οι παπατζήδες» (1954), «Μπαρμπαγιάννης ο κανατάς» (1957), «Η ωραία των Αθηνών» (1954), «Γραφείο συνοικεσίων» (1956), «Η φτώχεια θέλει καλοπέραση», (1958), «Τα κίτρινα γάντια» (1960), «Σταμάτης και Γρηγόρης» (1962), «Η Αθήνα την νύχτα» (1962), «Η χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα» (1960), «Ο αδελφός μου ο τροχονόμος» (1963), «Κορόϊδο γαμπρέ» (1962), «Ζητείται τίμιος» (1963), «Ξύπνα καημένε Περικλή» (1969), «Ψυχραιμία Ναπολέων» (1968), «Ο άνθρωπος ρολόϊ» (1972) κ.α.

Αν διακρίθηκε όμως για το ακατάβλητο καλλιτεχνικό του τάλαντο στην κωμωδία ο Νίκος Σταυρίδης, ξεχώρισε και για το ευγενές κοινωνικό του ήθος. Απλός, προσηνής και μακριά απο τα σταριλίκια της εποχής του, έδινε τον τόνο του ωραίου και καλωσυνάτου ανθρώπου. Προτιμούσε να απολαμβάνει τις συμμετοχές του, παρακολουθώντας σαν απλός θεατής τις ταινίες του σε θερινά σινεμά, παρά να πηγαίνει στις επίσημες και μεγαλοπρεπείς πρεμιέρες. Ενω απο τις μεγάλες του αγάπες αποτελούσε η ομάδα του Ολυμπιακού Πειραιώς, την οποία αδιαλείπτως παρακολουθούσε. Πλήρης δόξης και ημερών, απεβίωσε σε ηλικία 77 ετών στην ιδιαίτερη πατρίδα του στην Σάμο, στις 12 Δεκεμβρίου 1987 και στις 14 Δεκεμβρίου κηδεύτηκε στην Κηφισιά. Ήταν τελικά ένας λαμπρός κωμικός μας, αυτός ο ξεχωριστός Σαμιώτης που με το «πονηρό», αλλά γεμάτο καλωσύνη ύφος του έλεγε την ατάκα «Χε, χε, ο φίλος μου ο Νικολάκης απο την Αμαλιάδα» !!! και δονούσε τις καρδιές μας απο γέλιο...
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »