Το συνέδριο του Λονδίνου και οι σφαίρες επιρροής …

Το συνέδριο του Λονδίνου και οι σφαίρες επιρροής …

Γράφει ο  Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Ιστορία της Βορείου Ηπείρου (Μέρος 14-ο)

Όμως και ενώ ο άνεμος της ελευθερίας έπνεε στην τραγική Βόρειο Ήπειρο, οι μεγάλες δυνάμεις διαμορφώνοντας τις νέες σφαίρες γεωπολιτικής επιρροής, απεργάζοντο στο παρασκήνιο, την εκ νέου υποδούλωσή της στην Αλβανία, κατά τις γεωστρατηγικές επιταγές της Αυστρουγγαρίας και της Ιταλίας. Πως διαμορφώθηκε όμως στο διπλωματικό παρασκήνιο του Συνεδρίου του Λονδίνου, η παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία; Η Αλβανία συνεστήθη ως κράτος τον Δεκέμβριο του 1912. Βάσει της Συνθήκης του Λονδίνου που έλαβε χώρα στις 17-5-1913, εντέλλοντο οι Μεγάλες Δυνάμεις (Αυστρουγγαρία, Αγγλία, Ιταλία, Γερμανία, αλλά και Ρωσία), να χαράξουν τα σύνορα της Αλβανίας και να «διακανονίσουν όλα τα άλλα ζητήματα αφορούντα αυτή» (άρθρο 3).

Οι Βορειοηπειρώτες καθώς ενημερώνονται από τα παρασκήνια στα ευρωπαϊκά διπλωματικά σαλόνια, για το τι δέον γεννέσθαι με το μέλλον τους, προβαίνουν με κάθε πρόσφορο μέσο σε σφοδρές διαμαρτυρίες, για την εξόφθαλμη αδικία – πρωτίστως ανιστόρητη – που εξυφαίνεται εναντίον των  δικαίων τους και διατρανώνουν σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο, με ψηφίσματα, συλλαλητήρια και διαμαρτυρίες, την απαρασάλευτη πίστη τους, να αγωνιστούν μέχρι θανάτου, για την προάσπιση των δικαίων τους και την ένωσή τους, με την μητέρα Ελλάδα. Σε κάθε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα αποστέλλεται σωρεία υπομνημάτων, με την εκπεφρασμένη βούληση των βορειοηπειρωτών να παλαίψουν υπέρ βωμών και εστιών, θυσιάζοντας την ζωή τους. Χαρακτηριστικό και έμπλεο του μοναδικού πατριωτικού φρονήματος, είναι το υπόμνημα που αποστέλλουν το καλοκαίρι του 1913 προς την πρεσβευτική διάσκεψη του Λονδίνου, οι αντιπρόσωποι Κορυτσάς, Μοσχοπόλεως, Βιγγλίστης και Κολωνίας, σημειώνοντας εμφατικά «Έν εκ των δυο υπολείπεται ημίν ή η Ένωσις μετά της  μητρός ημών Ελλάδος, συμφώνως τη καταγωγή, τη ιστορία, ταις παραδόσεσι και τοις εθίμοις ημών, ή μετατροπή των πάντων πάρ ημίν εις ερείπια και τέφραν». Αντιστοίχως μαχητικό και φλογερό σε πατριωτικό παλμό, είναι το υπόμνημα που αποστέλλουν στην Συνδιάσκεψη, οι αντιπροσωπείες των τμημάτων Ρίζης και Ζαγοριάς, περιοχής Αργυροκάστρου. Όμως ανεπανάληπτη για το υψηλό της εθνικό φρόνημα και τον πατριωτικό της παλμό, είναι και η διαμαρτυρία των Χειμαρριωτών στις 3-7-1913, προς την Συνδιάσκεψη, που σημειώνει σε συγκλονιστικό τόνο στην ακροτελεύτια παράγραφό της «διαμαρτυρόμεθα ενώπιον της Διασκέψεως και της πεπολιτισμένης Ευρώπης, ολοκλήρου, ότι θα ταφώμεν υπο τα ερείπια των οικιών μας και θα αναμίξωμεν την τέφρα μας, με την των πατέρων μας, άλλ ΄ Αλβανοί οι Χειμαρριώτες δεν θα ονομασθούν ουδ΄επι στιγμήν, διότιν ήσαν και είναι Έλληνες».

Πάραυτα οι τραγικές κραυγές και ο άφατος πόνος του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού, δεν ήρκεσαν για να αποτρέψουν το ανοσιούργημα, εις βάρος των εθνικών τους δικαίων. Κατίσχυσαν του δικαίου και της ιστορίας, τα γεωστρατηγικά συμφέροντα της Αυστρουγγαρίας και της Ιταλίας, που επέτασσαν να γίνει η Βόρειος Ήπειρος Αλβανική. Στις 17 Δεκεμβρίου 1913, οι Μεγάλες Δυνάμεις προσκύρωσαν την βορειοηπειρωτική επικράτεια και τον ελληνισμό της στην Αλβανία. Η ελληνική κυβέρνηση ενημερώθηκε για την απόφαση της Διάσκεψης μέσω ενός κυνικού ανακοινωθέντος στις 13-1-1914, που συνίστατο στον εξής εκβιασμό «τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου θα δοθούν στην Ελλάδα, μόνον αν η Βόρειος Ήπειρος παραδοθεί αμαχητί στην Αλβανία». Πρό αυτού του τραγικού διλήμματος η ελληνική κυβέρνηση υπέκυψε στον εκβιασμό. Και τις τραγικές αυτές στιγμές για τον μαρτυρικό ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου καταγράφει με ηθική ενάργεια ο Γ.Α. Δρίνος, κατά την παράδοση της Κορυτσάς στους Αλβανούς. «Ευθύς ως ανηγγέλθη η απόφασις αυτή εν την πόλιν, οι γυναίκες ήρχισαν μοιρολογούσαι να τίλουσαι τας τρίχας της κεφαλής των, οι άνδρες εχτυπούσαν τας κεφαλάς τους, [….] οι γυναίκες και οι γέροντες έτρεχον εις τα νεκροταφεία, ησπάζοντο τους σταυρούς των τάφων των γονέων και των φιλτάτων των, έπαιρνον ολίγον χώμα από τους τάφους, επέστρεφον εις τα σπίτια τους, έπαιρναν μερικά πράγματα των και κινούσαν για να φύγουν ασπαζόμενοι τα κατώφλια των οικιών των […] τα μικρά παιδιά αγκαλιάζοντα τα πόδια των στρατιωτών, δεν απεσπώντο οιμάζοντα με αναφιλητά. Γιατί φεύγετε και μας αφήνετε, που μας αφήνετε;». Συνεχίζεται …

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »