Βασίλης Αυλωνίτης

Βασίλης Αυλωνίτης

Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος


Πως σε λένε παιδί μου ερωτά ο πρόεδρος του δικαστηρίου τον μάρτυρα στην περίφημη «Σωφερίνα» - όπου η Αλίκη Βουγιουκλάκη πασχίζει εναγωνίως να αποδείξει ότι δεν ήταν αυτή που ερωτοτροπούσε στο παραθαλάσσιο ταβερνάκι για παράνομα ζευγαράκια, του αξεπέραστου «Γύλου»-Βασίλη Αυλωνίτη - και ο απαράμιλλος κωμικός μας απαντά ««Σπανοβαγγελοδημήτρης» Νικόλας του Νικολάου» !!! «Σπαγγοβαγελλοδημήτρης» !!! προσπαθεί να το προφέρει ο πρόεδρος του δικαστηρίου Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, αλλά επί ματαίω !!! Θα ξαναπροσπαθήσει και πάλι και πάλι ανεπιτυχώς, μέχρι που εξανίσταται και του λέει, «επιτέλους τι όνομα είναι αυτό» !!! «Καλά κύριε πρόεδρε πέστε με «Γύλο» να ξεμπερδεύετε» !!! απαντά ο Βασίλης Αυλωνίτης και το δικαστήριο ξεσπά σε ακατάπαυστα γέλια. Είναι απο τις αμίμητες σκηνές του ελληνικού κινηματογράφου, που ανέδειξαν με ηθική ενάργεια, το χιούμορ και το σπάνιο κωμικό ταλέντο του μοναδικού Βασίλη Αυλωνίτη και θα μείνουν για πάντα στην καρδιά μας. Σαν μια χρυσή σελίδα του ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου. Ενώ και με πλήθος άλλες έξοχες συμμετοχές, σε κωμικές ταινίες, που ανεδείκνυαν τις ελληνικές αξίες ζωής, αλλά και την ελπίδα του μέσου έλληνα να αντισκόψει τις κοινωνικές δυσπλασίες των μεταπολεμικών μας δεκαετιών και να πετύχει στη ζωή του, ο Βασίλης Αυλωνίτης κέρδισε μια περίοπτη θέση στο πάνθεον του καλού ελληνικού κινηματογράφου. Αν και δεν είχε δόκιμες θεατρικές σπουδές, αν και δεν είχε την θεατρική αρματωσιά, με φωνητική, χορό, ωδείο κ.λ.π. όλων των σπουδαγμένων καλλιτεχνών μας, ο Βασίλης Αυλωνίτης έχοντας ως εδραίο θεμέλιο της μακράς καλλιτεχνικής του πορείας, το πηγαίο χιούμορ του, τον σπάνιο σωματότυπό του και το ευγενές ήθος του, κατόρθωσε πολύ σύντομα να διακριθεί και να αναγορευθεί στους κορυφαίους της θεατρικής μας επιθεώρησης και του κινηματογράφου μας.


Ο Βασίλης Αυλωνίτης είδε το φως της ζωής στην Αθήνα στις 1 Ιανουαρίου του 1904. Τελειώνοντας το σχολείο και την στρατιωτική του θητεία, στράφηκε για να βιοπορίσει ως βοηθητικός στα σκηνικά, στο περίφημο θέατρο τότε «Έντεν» του Θησείου, δοθέντος ότι απο τα πρώτα του βήματα στη ζωή, το θέατρο και οι θεατρίνοι ασκούσαν επάνω του μια ακαταμάχητη γοητεία. Μάλιστα κάθε φορά που τελείωναν οι θεατρικές παραστάσεις ακολουθούσε τους πρωταγωνιστές του «Έντεν» στις στιγμές χαλάρωσής τους και ξεφάντωνε μαζί τους. Και σε ένα απο αυτά τα ξεφαντώματα στα 1924, ήταν που οι θεατρίνοι υποκίνησαν τον Βασίλη να σηκωθεί και να χορέψει. Ο μεγάλος κωμικός συνεπαρμένος, άρχισε να κάνει σκέρτσα, γκριμάτσες και μορφασμούς τραγουδώντας και εξέγειρε την παρέα, που είχε μείνει έκθαμβη με το ταλέντο και τις μιμητικές του ικανότητες. Εκείνη την στιγμή είχαν ασύνειδα εκολάψει, έναν μεγάλο του ελληνικού κινηματογράφου, χωρίς να το υποψιάζονται κάν. Και η ζωή σε λίγο, θα σκηνοθετούσε μόνη της τα «δικά» της ...

Λίγο καιρό αργότερα ο Βασίλης Αυλωνίτης έχοντας πάρει το βάπτισμα πυρός στην ταβέρνα, θα κάνει την καλλιτεχνική του πρόβα τζενεράλε, με το θεατρικό σχήμα της Ελένης Ζαφειρίου  στην παράσταση «Ερωτικές Γκάφες».  Για να συμμετάσχει ακόμα σε πλήθος άλλες  κωμωδίες και οπερέτες, οπότε και δημιουργεί το 1928 το δικό του θεατρικό σχήμα επιθεώρησης. Σταθμός στην καλλιτεχνική πορεία του μεγάλου μας κωμικού, θα αποτελέσει η καλλιτεχνική του συμπόρευση το καλοκαίρι του 1960, μαζί με τα άλλα ιερά θεατρικά μας «τέρατα» Ρένα Βλαχοπούλου, Νίκο Ρίζο, Γιάννη Γκιωνάκη και Τάκη Μηλιάδη στο θέατρο «Μετροπόλιταν», στην μνημειώδη παράσταση «Κάθε καρυδιάς καρύδι». Η επιτυχία ήταν παταγώδης και εδραιώνται πλέον σαν ένας απο τους κορυφαίους της επιθεώρησης. Την επόμενη ακριβώς χρονιά, ο Βασίλης Αυλωνίτης συνιδρύει μαζί με τους Γεωργία Βασιλειάδου και  Νίκο Ρίζο, το ομώνυμο θεατρικό σχήμα, το οποίο θα πρωταγωνιστήσει στην επιθεώρηση για τέσσερα χρόνια. Εξακτινώνοντας το κύρος του το σχήμα πέρα απο την Ελλάδα, θα δώσει και πολλές παραστάσεις στο εξωτερικό, κυρίως στην Γερμανία για μετανάστες.

Όμως αν εξέγειρε τις καρδιές του επιθεωρησιακού μας κοινού ο Βασίλης Αυλωνίτης, αντίστοιχα τεράστια ήταν η επιτυχία του στον κινηματογράφο, όπου και εκεί δινήνυσε μια φαντασμαγορική πορεία, που τον καταξίωσε στους κορυφαίους της ελληνικής κωμωδίας. Την πρώτη κινηματογραφική του εμφάνιση έκανε στα 1929 στην ταινία «Μαρία η Πενταργιώτισσα» του Αχιλλέα Μαδρά. Για να συνεχίσει με έναν καταιγισμό κινηματογραφικών συμμετοχών περί τις ογδόντα, που του εξακόντισαν το καλλιτεχνικό του κύρος. Οι περισσότερες ταινίες του Βασίλη Αυλωνίτη έγιναν σύμβολα του γέλιου και αποτελούν μικρά διαμάντια του ασπρόμαυρου κινηματογράφου μας. Παραθέτουμε μερικές απο τις πιο χαρακτηριστικές : «Λατέρνα Φτώχεια και Φιλότιμο» (1955), «Η ωραία των Αθηνών» (1954), «Ο Θησαυρός του Μακαρίτη» (1959), «Το Αμαξάκι» (1957), «Λατέρνα Φτώχεια και Γαρύφαλλο» (1957), «Η Κυρία Δήμαρχος» (1960), «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο Κοντός» (1960), «Η Χιονάτη και τα 7 Γεροντοπαλίκαρα» (1960), «Κορόιδο Γαμπρέ» (1962), «Τέρμα τα Δίφραγκα» (1962), «Η Σωφερίνα» (1964), «Οι Γαμπροί της Ευτυχίας» (1962), «Ο Παράς κι ο Φουκαράς» (1964), «Ο Πεθερόπληκτος» (1968), «Ησαΐα χόρευε» (1966), «Κάθε Κατεργάρης στον Πάγκο του» (1969) κ.α. Με την ευγένεια του ήθους του, την εντιμότητα της ψυχής του, που όπως και στις ταινίες του, έβγαζε αυτόν τον όγκο ηθικής καλωσύνης, αλλά και την πολυμέρεια του ταλέντου του, ο Βασίλης Αυλωνίτης πραγμάτωσε μια λαμπρή πορεία στο φάσμα της επιθεώρησης και της κινηματογραφικής μας κωμωδίας. Είναι ένας απο τους μεγάλους του ελληνικού ασπρόμαυρου κινηματογράφου. Πλήρης δόξης και ημερών απεβίωσε το 1970, με την αγάπη του κοινού να τον κατευοδώνει για πάντα...

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »