Λάμπρος Κωνσταντάρας
Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Πόσες και πόσες φορές δεν αισθανθήκαμε ηθική έξαρση και ατελείωτο χιούμορ, με τα ανεπανάληπτα καμώματα του ερωτύλου «πενηντάρη», της χρυσής εποχής του ασπρόμαυρου κινηματογράφου μας Λάμπρου Κωνσταντάρα; Ήταν ο ρόλος που καθιέρωσε τον μεγάλο μας ηθοποιό στο κινηματογραφόφιλο πρωτίστως και θεατρόφιλο κοινό και τον κατέστησε από τα πιο λαμπρά αστέρια της έβδομης τέχνης μας. Προικοδοτημένος με πηγαίο ταλέντο, φυσική ομορφιά, αλλά και έχοντας στην σκευή του την θεατρική διαπαιδαγώγηση του μεγάλου Γάλλου θεατρανθρώπου Λουί Ζουβέ, ο απαράμιλλος κωμικός μας γρήγορα ξεχώρισε στο παλκοσένικο και διήνυσε μια πολύπλαγκτη καλλιτεχνική διαδρομή, της οποίας η συγκομιδή είναι γιγάντια. Με πλήθος εξαιρετικών ερμηνειών, σε πάνω από 90 ταινίες και πολλές συνάμα παραστάσεις, που τον ανέδειξαν στους κορυφαίους του θεάτρου και του κινηματογράφου μας. Στην πρώτη φάση της καλλιτεχνικής του παρουσίας, ο Αθηναίος ηθοποιός ερμήνευσε δραματικούς ρόλους, ενίοτε τον ζεν πρεμιέ δοθείσης και της σπουδαίας φυσικής του ομορφιάς, για να καταλήξει στους οικείους κωμικούς του ρόλους. Όπως του στοργικού και καλοσυνάτου πατέρα, ή του ερωτύλου «τρελοπενηντάρη», που τον αναγόρευσαν σε σύμβολο της μεγάλης μας οθόνης.
Η ζωή του απαράμιλλου Λάμπρου Κωνσταντάρα, ήταν όπως και η καλλιτεχνική του παρουσία, πολύπλαγκτη και θυελλώδης. Ξεκίνησε με την επαγγελματική προσδοκία να σταδιοδρομήσει ως αξιωματικός του ναυτικού, μεθύστερα θα στραφεί στην τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας, που ήταν και το επάγγελμα του πατέρα του, επώνυμου κοσμηματοποιού του Κολωνακίου, για να καταλήξει μέσα από ένα συγκυριακό γεγονός, στο φάσμα της τέχνης. Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας καθαρόαιμος Αθηναίος, όπως ο ίδιος με περηφάνια διατείνονταν, είδε το φως της ζωής στις 13 Μαρτίου του 1913 στο Κολωνάκι, σε ένα διαμέρισμα της οδού Πλουτάρχου 13. Για τούτο μάλιστα με το εμπνευσμένο χιούμορ του έλεγε, ότι ο σημαδιακός αριθμός 13 τον συνόδευε σε όλην του τη ζωή. Μεγαλωμένος με την αστική αύρα και τις ανέσεις του κοσμηματοποιού Κολωνακιώτη πατέρα του, έλαβε ευάγωγη παιδεία και ανέπτυξε μια πολυδύναμη προσωπικότητα. Με την αποπεράτωση των εγκύκλιων γυμνασιακών του σπουδών, φοίτησε στην Σχολή Υπαξιωματικών Ναυτικού της Κερκύρας. Και αφού κάνει μια στροφή στο ποδόσφαιρο ως μανιώδης λάτρης του, το 1934 μετέβη στο Παρίσι προκειμένου να σπουδάσει Χρυσοχόος. Ένα συγκυριακό γεγονός όμως, θα τον φέρει να συμμετάσχει ως κομπάρσος, σε μια θεατρική παράσταση στο Παρίσι, που σκηνοθετούσε ο διακεκριμένος γάλλος άνθρωπος του θεάτρου Λουί Ζουβέ, ασκεί ακατάλυτη γοητεία επάνω του και έτσι παίρνει την ριζοτομική απόφαση στην ζωή του, να γίνει ηθοποιός.
Αφού διαπαιδαγωγήθηκε θεατρικά στον Ζουβέ, που αναγνώρισε στο πρόσωπό του ένα μεγάλο ταλέντο, κάνει την πρωτόλεια εμφάνισή του στο θέατρο, στην παράσταση «Σχολείο γυναικών» του Μολιέρου. Ένα χρόνο αργότερα και αφού επιστρέψει στην Ελλάδα, συμμετέχει στην παράσταση του Φ. Μπάρυ «Τα παράσημα της γριούλας» μαζί με την κραταιά στα θεατρικά δρώμενα των Αθηνών κ-α Κατερίνα. Θα επακολουθήσουν και άλλες αξιόλογες θεατρικές ερμηνείες, που καταξιώνουν καλλιτεχνικά τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, όπως : «Ο μισάνθρωπος» του Μολιέρου, «Το στραβόξυλο» του Δημήτρη Ψαθά, «Ο παίχτης» του Ντοστογιέφσκυ κ.α. με τα κορυφαία θεατρικά σχήματα των Μουσούρη- Αρώνη, Μιράντας – Παππά. Το 1945 είναι ένα ορόσημο στην προσωπική ζωή του μεγάλου Λάμπρου Κωνσταντάρα. Παντρεύεται την ομότεχνή του Ιουλία Γεωργοπούλου και αποκτά μαζί της, το μονάκριβο παιδί του, τον γιό του Δημήτρη Κωνσταντάρα, διακεκριμένο δημοσιογράφο και πολιτικό. Ενώ τα 1948 δημιουργεί θίασο από κοινού με την Μιράντα Μυράτ. Και το 1958 πραγματοποιεί τον μεγάλο του στόχο, να φτιάξει τον αποκλειστικά δικό του θίασο, με τον οποίο ανεβάζει την παράσταση του Τζών Πρίσλευ «Ο ανακριτής έρχεται». Στην χρονικά ευρεία και καλλιτεχνικά πολυεπίπεδη καλλιτεχνική του πορεία, ο εξαίρετος κωμικός μας θα συνεργαστεί με κορυφαίους ηθοποιούς και θα δώσει μαζί τους συγκλονιστικές ερμηνείες. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Μάρω Κοντού, Ντίνο Ηλιόπουλο, Μαρίκα Κοτοπούλη, Τζένη Καρέζη, Έλη Λαμπέτη, Νίκο Ρίζο και βεβαίως την εθνική μας Αλίκη Βουγιουκλάκη, της οποίας υπήρξε ο κινηματογραφικά στοργικός «πατέρας». Κύκνειο θεατρικό άσμα για τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, θα αποτελέσει η θεατρική παράσταση του Κώστα Πρετεντέρη «Τρελές επαφές ρωμέϊκου τύπου», στην οποία συμπρωταγωνιστούσε με τους Νίκο Ρίζο και Μάρω Κοντού, την περίοδο 1977-1979. Αλλά ο χώρος στον οποίο ο Λάμπρος Κωνσταντάρας αποθεώθηκε και λατρεύτηκε σαν λαμπερό αστέρι της ελληνικής κωμωδίας, ήταν η μεγάλη οθόνη. Ήδη από την πρωτόλεια εμφάνισή του στην ταινία «Το τραγούδι του χωρισμού» του Φ. Φίνου (1940), παράσχε τα εχέγγυα ενός μεγάλου καλλιτέχνη και καταξιώθηκε ως σπουδαίος πρωταγωνιστής. Σε έναν αληθινό γαλαξία 90 και πλέον ταινιών, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, δόνησε τις καρδιές μας, πρόσφερε ακένωτες μερίδες γέλιου και κατέλαβε περίσεπτη θέση στο πάνθεον της ελληνικής κωμωδίας. Οι ρόλοι με τους οποίους ταύτισε την παρουσία του, ο Αθηναίος ηθοποιός, ήταν αυτοί του ερωτύλου-σκανδαλιάρη, πενηντάρη, με συχνό «θύμα» της γοητείας του την Μάρω Κοντού και την Κάκια Αναλυτή, αλλά και του στοργικού και καλοσυνάτου «μπαμπά» τη εθνικής μας Αλίκης Βουγιουκλάκη. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις ταινίες «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο», «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια», «Διακοπές στην Αίγινα», «Η Αλίκη στο ναυτικό», «Η Λίζα και η άλλη» κ.α. Μαζί με την αγάπη του κοινού, θα έλθει και η αναγνώριση από την επίσημη κριτική. Το 1969 ο Λάμπρος Κωνσταντάρας κέρδισε το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για την παρουσία του στην ταινία του σπουδαίου Βασίλη Γεωργιάδη «Ο μπλοφατζής». Για τελευταία φορά στην μεγάλη οθόνη ο Λ.Κ. θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία «Ο Λαμπρούκος μπαλαντέρ» (1981) του Κώστα Καραγιάννη. Αλλά σπουδαία ήταν η παρουσία του Λάμπρου Κωνσταντάρα και στην μικρή οθόνη, όπου πρωταγωνίστησε στην τηλεοπτική σειρά «Εκείνες και γώ» ερμηνεύοντας τον καρδιοκατακτητή Ζάχο Δόγκανο, η οποία προβάλλονταν το διάστημα 1976-1977. Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας το 1971 θα πραγματοποιήσει και έναν δεύτερο γάμο με την Φιλιώ Κεκάτου. Στις 28 Ιουλίου του 1985, θα κλήσει η αυλαία για τον ανεπανάληπτο μεγάλο μας κωμικό. Αφήνει την τελευταία του πνοή στο «Ασκληπείο» Βούλας, πλήρης δόξης και ημερών. Και αφού αντιμετώπιζε ήδη τα τελευταία χρόνια της ζωής του, σοβαρά προβλήματα υγείας, προσβεβλημένος από αλλεπάλληλα εγκεφαλικά επεισόδια.
Μια σπάνια καλλιτεχνική αύρα, αστείρευτο καλλιτεχνικό τάλαντο, ευγένεια ήθους, αλλά και αστική μεγαλοπρέπεια, ήταν τα στοιχεία, της μακράς, επιτυχημένης και πολυεπίπεδης καλλιτεχνικής σταδιοδρομίας του Λάμπρου Κωνσταντάρα. Και για τούτο τον περιέβαλλε πάντα με την αγάπη του και την ηθική ζεστασιά του, το καλλιτεχνικό μας κοινό. Ο περίφημος «Λαμπρούκος», ήταν ένας μεγάλος της σύγχρονης καλλιτεχνικής μας δημιουργίας !!! Το παρόν κείμενο έχει δημοσιευθεί στις εφημερίδες «ΠΑΤΡΙΣ», «ΑΥΓΗ» και είναι από τον ενότητα δοκιμίων μου «Κορυφαίοι της ελληνικής κωμωδίας».
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
www.panosavramopoulos.blogspot.gr