Ορέστης Μακρής Ο απαράμιλλος «μπεκρής», του κινηματογράφου μας !

Ορέστης Μακρής
Ο απαράμιλλος «μπεκρής», του κινηματογράφου μας !

Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Αλήθεια ποιός μας δεν δάκρυσε κατασυγκινημένος, από το κινηματογραφικό ηθικό δράμα και την κοινωνική περιθωριοποίηση του, τραγικού «μπεκρή» του κινηματογράφου μας, Ορέστη Μακρή; Του δυστυχισμένου μέθυσου, που αποζητούσε στη λησμονιά της μέθης να ξεχάσει τα οικονομικά του προβλήματα, την οδυνηρή του φτώχεια και την παρεπόμενη κοινωνική του ασημαντότητα. Με μια σπάνια υποκριτική δεινότητα, στέρεες σπουδές στο φάσμα του λυρικού μελοδράματος, αλλά και μοναδική ηθική ένταση που σαν χείμαρρος ξεπηδούσε από την βαθιά σμιλευμένη ψυχή του, ο Ορέστης Μακρής, ερμήνευσε στο σανίδι και τον κινηματογράφο το ρόλου του «μπεκρή» με ανεπανάληπτο τρόπο και μας χάρισε ερμηνείες, που συνιστούν ορόσημο στην υποκριτική μας τέχνη. Επίκουρος άλλωστε αυτής της εκτίμησης είναι και η ηθική αποτίμηση για τον αξέχαστο «μπεκρή» μας και του μεγάλου μας κριτικού Κώστα Γεωργουσόπουλου, «θεμελιωτής του νεορεαλιστικού ύφους στην υποκριτική» ! Ποιος ήταν όμως αυτός ο σπάνιος ηθοποιός μας, που άφησε με τις μοναδικές ερμηνείες του ανεξάλειπτο το στίγμα του, στα καλλιτεχνικά μας δρώμενα; 

Ο Ορέστης Μακρής είδε το φως της ζωής στην Χαλκίδα στις 30 Σεπτεμβρίου του 1899. Ακολούθησε σπουδές φωνητικής μουσικής στο Ωδείο Αθηνών και με την αποπεράτωσή τους – δοθείσης της δύσκολης συγκυρίας τότε, που εξελίσσονταν οι επιχειρήσεις στο Μικρασιατικό μέτωπο – έφυγε για φαντάρος στη Μικρασία. Επανακάμπτοντας επιχείρησε να κάνει τα πρώτα του βήματα ως λυρικός τραγουδιστής, στην οπερέτα , που προσπαθούσε τότε να εμπεδωθεί σαν καλλιτεχνικό είδος στην ελληνική κοινωνία. Και ειδικώτερα εμφανίστηκε ως τενόρος στον θίασο της Ροζαλίας Νίκα το 1925 και μετέπειτα στον θίασο Παπαϊωάννου. Ωστόσο η βαθμιαία πτώση της οπερέτας, τον εξώθησε να μετακινηθεί στην επιθεώρηση. Πρόβα τζενεράλε στην επιθεώρηση θα κάνει το 1932 και στο νούμερο του «μεθυσμένου», που του αναθέτει ο επιθεωρησιογράφος και θεατρικός επιχειρηματίας Αντώνης Βώττης. Ο Βώττης είχε τρία χρόνια ενωρίτερα γράψει το νούμερο, ωστόσο δεν έβρισκε τον κατάλληλο ηθοποιό, με το ανάλογο λυρικό κύτταρο που θα το ενσάρκωνε. Διαβλέποντας την σπουδαία υποκριτική αρματωσιά του Μακρή τον εμπιστεύτηκε και δικαιώθηκε στις εκτιμήσεις του στο έπακρο. Ο Ορέστης Μακρής, πέρα από την έξοχη λυρική φωνή του έπαιξε με δεινότητα το νούμερο «Με λέν μπεκρή» στην επιθεώρηση «Ο παπαγάλος του 1932», με τον ομώνυμο θίασο του Σπύρου Πατρίκιου και προξένησε στο κοινό πανδαιμόνιο, με το υποκριτικό του τάλαντο. Είχε γεννηθεί πλέον, ένας μεγάλος του ελαφρού θεάτρου, που εφεξής θα δέσποζε στο ελαφρολαϊκό θέατρο, με τον βαρύ του ίσκιο.

Παίζοντας σε πολλές παραστάσεις και με την αντίστοιχη θεματολογία, ο Ορέστης Μακρής ταυτοποιήθηκε στον ρόλο του «μπεκρή» και του έδωσε πλατύ ηθικό περιεχόμενο, σε συνάρτηση με τις δυσκολίες και τις κοινωνικές δυσπλασίες της εποχής. Έπλασε με την δραματική τέχνη του, τον κοινωνικά αδύναμο μεθύστακα, που πίνει για να ξεχάσει τα χαστούκια και τους ριπτασμούς της ζωής. Και με την ίδια επιτυχία θα ενσαρκώσει και στην μεγάλη οθόνη τον ομώνυμο ρόλο του «μπεκρή» το 1950, στην ταινία «Ο μεθύστακας» του έξοχου σκηνοθέτη μας Γιώργου Τζαβέλλα. Ωστόσο όμως μαζί με τον ρόλο του μεθύστακα, ο Μακρής, θα τυποποιήσει και τον ρόλο του «γεροπαράξενου», του περίεργου και γκρινιάρη γέρου, αλλά που κατά βάθος είναι καλός άνθρωπος με ευγενή αισθήματα και που οχυρώνεται πίσω από τον συντηρητισμό του, για να επιβιώσει απέναντι στους κοινωνικά ισχυρότερους.

Αυτό το δεύτερο κοινωνικό μοτίβο του «γκρινιάρη γέρου», θα υποδυθεί με άφατη επιτυχία στις σπουδαίες ταινίες – αριστουργήματα- του ασπρόμαυρου κινηματογράφου μας, «Ο γρουσούζης» (1952), «Η κάλπικη λίρα» (1955), «Η θεία από το Σικάγο» (1957), «Το αμαξάκι» (1957), «Η κυρά μας η μαμή» (1958), «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), όπου και υποδύεται με απαράμιλλο τρόπο, τον υπερσυντηρητικό γυμνασιάρχη του κολεγίου, «Η χιονάτη και τα γεροντοπαλίκαρα» (1960) κ.α. Ταινίες υψηλού ηθογραφικού χαρακτήρα, που ανέδυαν ένα μοναδικό άρωμα εντιμότητας ζωής και είχαν την σφραγίδα του σπάνιου λυρικού κυττάρου του μοναδικού Ορέστη Μακρή.

Αλλά σύνδρομο με την υποκριτική του δεινότητα, τώρα ως στυγνός, αδίστακτος και άκαρδος ιδιοκτήτης, που φέρεται με ανείπωτη ηθική σκληράδα στους υπαλλήλους ή ενοίκους του, είναι και το εξής γεγονός. Στα 1955 υπεδύθη με τόσην πιστότητα, τον ρόλο του ειδεχθούς ιδιοκτήτη, που το κοινό παρασύρθηκε και καθώς τον συνάντησαν πολίτες στο κέντρο της Αθήνας, υπήρξε ευτράπελου επεισοδίου ! Ο Ορέστης Μακρής έπαιξε σε σαράντα περίπου ταινίες, υποδυόμενος τον μπεκρή, τον γκρινιάρη, τον δύστροπο γέρο, τον φιλόστοργο ή άστοργο πατέρα, με ανείπωτη επιτυχία και όλες του οι ερμηνείες συνιστούν, μικρά διαμάντια της σύγχρονης υποκριτικής μας τέχνης. Για αυτό και οι ρόλοι του αποτελούν πάντα αντικείμενο μελέτης, στις δραματικές μας σχολές.

Στην κοινωνική του ζωή ο αισθαντικός μας ηθοποιός, ήταν το ίδιο ακέραιος και ηθικά ατόφιος και η παρουσία του, από όποια κοινωνική έπαλξη και εάν πέρασε, άφησε αναλλοίωτα σημάδια ευπρέπειας και αριστοκρατικής ευγενείας. Ήταν πάνω από όλα και πέρα από ταλαντούχος ηθοποιός, υψηλόφρων άνθρωπος ! Στα λόγια του Μενάνδρου «Ως χαρίεν έστ ο άνθρωπος, όταν άνθρωπος ει» (πόση χάρη έχει ο άνθρωπος, όταν είναι άνθρωπος) ! Και βεβαίως με την υψηλή του παιδεία, δεν θα μπορούσε να μην έχει και λεπτό και ευφυές χιούμορ. Λέγεται και το εξής ανεκδοτολογικό περιστατικό. Από καιρού εις καιρόν ένας συνάδελφός του ηθοποιός, του ζητούσε δανεικά. Ο Μακρής απέθετε πάντα μερικές οικονομίες σε μια ανοικτή στάμνα  - «για μια ώρα ανάγκης» στο σπίτι του. Έδινε λοιπόν πάντα καλόκαρδα δανεικά στον φίλο του, τα οποία τα έπαιρνε ο ίδιος ο φίλος του από την στάμνα, για να τον βοηθήσει χωρίς, ποτέ αυτός να τα επιστρέψει. Την τελευταία φορά που του ξαναζήτησε, τον παρέπεμψε να πάει πάλι στην στάμνα και να πάρει. Ο φίλος του τότε του είπε, «δεν υπάρχουν χρήματα, η στάμνα είναι άδεια». Και ο Ορέστης με χιούμορ, αλλά και πικρία για την ασυνεπή συμπεριφορά του, του είπε «Δεν τα επέστρεψες και ποτέ, για να υπάρχουν στην στάμνα» !!! Ο μεγάλος μας ηθοποιός είχε τιμηθεί από την πολιτεία με τον μεγαλόσταυρο του φοίνικος. Στις 29 Ιανουαρίου 1975, η ευγενική καρδιά του Ορέστη Μακρή, έπαψε να χτυπά οριστικά. Η κηδεία του έγινε στο Α΄ νεκροταφείο, σε ένα κλίμα πάνδημης θλίψης.

Πόσο ωραίος και γλυκύς άνθρωπος, ήταν αυτός ο μοναδικός «μπεκρής», Ορέστης Μακρής ! Και η φιγούρα του ως «μεθυσμένου» θα αργοσαλεύει για πάντα στην καρδιά μας, σαν ένα διαχρονικό μήνυμα, καλοσύνης, εντιμότητας και ανθρωπιάς !

Φιλμογραφία :

Ο ηθοποιός σε ηλικία 32 ετών
Ο μάγος της Αθήνας (1931)
Ο μεθύστακας (1950) .... Χαράλαμπος
Ο γρουσούζης (1952) .... Αγαθοκλής
Το κορίτσι της γειτονιάς (1954) .... Στάμος
Η κάλπικη λίρα (1955) .... Βασίλης Μαυρίδης
Καταδικασμένη κι απ' το παιδί της (1955) .... Παύλος
Το φιντανάκι (ταινία) (1955) .... Αντώνης
Η αρπαγή της Πεσεφόνης (1956) .... πρόεδρος Κατωχωρίου
Η θεία απ΄ το Σικάγο (1957) .... Χαρίλαος Μπάρδας
Της νύχτας τα καμώματα (1957) .... Σωτήρης
Το αμαξάκι (1957) .... Ανέστης Καραμπάς
Η κυρά μας η μαμή (1958) .... Λυκούργος Μπέκος
Μια λατέρνα, μια ζωή (1958) .... Κοσμάς
Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο (1959) .... γυμναστής Γκίκας
Ο Θύμιος τα 'κανε θάλασσα (1959) .... Βρασίδας Μόραλης
Στουρνάρα 288 (1960) .... Μπάμπης
Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα (1960) .... Καίσαρ Αλεξάνδρου
Της μιας δραχμής τα γιασεμιά (1960) .... παππούς
Έξω οι κλέφτες (1961) .... Τιμολέων Αδάμαντας
Οικογένεια Παπαδοπούλου (1961) .... Νίκος Καρύδογλου
Ο καλός μας άγγελος (1961) .... Διαμαντής Ναρλής
Το μεροκάματο του πόνου (1963) .... Βαγγέλης
Ο Αριστείδης και τα κορίτσια του (1964) .... Αριστείδης Ελαπόρτας
Αδικημένη (1964) .... Νικόλας Ανδρέου
Ζητιάνος μιας αγάπης (1964) .... Σπύρος
Κάθε καημός και δάκρυ (1964)
Πόνεσα πολύ για σένα (1964) .... Χαρίδημος
Με πόνο και με δάκρυα (1965) .... Βασίλης Καψομίχαλος
Οι καταφρονεμένοι (1965) .... Σταμάτης
ο Πόνος του Μπεκρή (1966)....Θάνος
Ένα κορίτσι αλλιώτικο απ' τ' άλλα (1968)

Υ.Γ. Ο πολιτισμός στις οδυνηρές οικονομικά μέρες μας, είναι τελείως περιθωριοποιημένος από την πολιτεία και υποχρηματοδοτημένος, με τις κεντρικές του δομές να αργοσβήνουν μία, μία. Πέρα από τον ελάχιστο παραπάνω οφειλόμενο φόρο τιμής, στους μεγάλους έλληνες κωμικούς μας, που διαμόρφωσαν το σύγχρονο πνευματικό ήθος του ελληνικού λαού και τον στήριξαν ηθικά στις δίσεκτες μεταπολεμικές μας δεκαετίες, που τις σκίαζαν οι οικονομικές στρεβλώσεις και οι κοινωνικές δυσπλασίες, οφείλουμε σήμερα ως πολιτεία με σοβαρότητα και ευθύνη, να καταστρώσουμε ένα κεντρικό Master Plan για τον πολιτισμό, που συνυφαίνοντας αρμονικά, τις αρχαιότητες, την πολιτισμική κληρονομιά και το πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό μας, σε κάθε γωνιά της ελληνικές περιφέρειας, θα δώσει ώθηση στην εθνική οικονομία και την περιφερειακή ανάπτυξη.

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »