Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας
Ελλάδος (Μέρος Εικοστό Τρίτο)
Γράφει ο
Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Σ΄ αυτό το χρονικό διάστημα σημαντικά γεγονότα
λαμβάνουν χώρα τόσο στο εσωτερικό της Ελλάδος, όσο και στην διεθνή σκηνή. Κατ΄
αρχάς υπογράφεται η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου που σηματοδοτεί αλλαγή του status
quo στη Βαλκανική. Με την υπογραφή της Συνθήκης το 1878 εξακτινώνεται εδαφικά η
Βουλγαρία από το Δούναβη ως το Αιγαίο, συρρικνώνεται η Οθωμανική αυτοκρατορία
και η Ρουμανία και η Σερβία αποκτούν την ανεξαρτησία τους. Τίθεται όμως από τα
εμπλεκόμενα μέρη θέμα επαναπροσδιορισμού του γεωπολιτικού χώρου που διαμόρφωσε
η συνθήκη. Έτσι το 1878 στο Βερολίνο με την ομώνυμη Συνθήκη του Βερολίνου
αναθεωρείται η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Που πια προβλέπει την εδαφική μείωση
της Βουλγαρίας, αλλά και εγράφη δεσμεύσεις προς την Ελλάδα για παραχώρηση της
Θεσσαλίας και της Ηπείρου. Η δε Κύπρος παραχωρείται στους Άγγλους, όπου και θα
παραμείνει στην κυριαρχία τους μέχρι τη σύναψη των συμφωνιών Ζυρίχης και
Λονδίνου αντιστοίχως το 1959 και το
1960. Το 1881 όμως λαμβάνει χώρα ένα ακόμη μεγάλο γεγονός για την Ελλάδα. Επι
διακυβερνήσεως Αλ. Κουμουνδούρου συντελείται ένα ακόμα βήμα προς την εθνική
μας ακεραίωση. Προασαρτάται στη μητέρα Ελλάδα ολόκληρη η Θεσσαλία και απο την Ήπειρο η
Άρτα. Με αυτές τις εξελίξεις
ολόκληρος ο πληθυσμός της Ελλάδας προσεγγίζει τα δυο εκατομμύρια. Στις 340,000
υπολογίζονταν οι κάτοικοι της Θεσσαλίας και της Άρτας που προσαρτήθηκαν. Μετά
λοιπόν το πρώτο μεγάλο βήμα της εθνικής ακεραίωσης με την ένωση των Επτανήσων το 1863-1864, η Ελλάδα
έκανε με τις νέες προσαρτήσεις και το δεύτερο. Αξίζει ωστόσο να σημειώσουμε εδώ
μια ιδιότυπη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος που θα την ξανασυναντήσουμε και
με άλλους μεγάλους πολιτικούς μας, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον Κωνσταντίνο
Καραμανλή, όπως εξάλλου και με τον Χαρίλαο Τρικούπη. Ενώ ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος με
εμπνευσμένες κινήσεις στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, υπογράφει την ένωση
της Θεσσαλίας και της Άρτας από την Ήπειρο το 1881, στις επικείμενες εκλογές δεν
κατόρθωσε να αποσπάσει την πλειοψηφία. Τις εκλογές κέρδισε ο Χαρίλαος Τρικούπης
όπου και παρέμεινε στην πρωθυπουργία για τρία χρόνια. Αυτή η κυβέρνηση του Χ.Τ.
ήταν η πιο σταθερή από το 1862 κυβέρνηση. Με το ίδιο νόμισμα θα πληρωθεί και ο
Χ.Τ. το 1875 όπου και δεν πλειοψηφεί παρότι ήταν εισηγητής της «Αρχής της
Δεδηλωμένης» που ήταν σπουδαίο βήμα για τον δημοκρατικό μας εκσυγχρονισμό. Για
να ξαναχάσει επίσης απροσδόκητα από το Θ. Δεληγιάννη τον Απρίλιο του 1885 και
ενώ είχε πραγματώσει ένα πελώριο θεσμικό και αναπτυξιακό έργο. Αυτή είναι
μάλλον η μοίρα των μεγάλων στην Ελλάδα. Αλλά όπως και πιο πάνω προαναφέραμε
αντίστοιχη αμοιβή είχε λάβει από την Ελλάδα και ο μέγας Ελευθέριος Βενιζέλος
στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920, παρότι είχε ανασυγκροτήσει το κράτος και
είχε υλοποιήσει με την εδαφική εξάπλωση της Ελλάδος το όραμα της Μεγάλης Ιδέας.
Ένα ακόμη
σημαντικό γεγονός αυτής της περιόδου, που κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή του
στα πολιτικά μας δρώμενα είναι αυτό που με τη σύγχρονη πολιτική ορολογία
ονομάζουμε αποστασία. Για πρώτη φορά λοιπόν τον Μάϊο του 1886, εξήντα
εννέα βουλευτές του κόμματος του Δεληγιάννη προσχώρησαν στο κόμμα του Τρικούπη
και του παρείχαν εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση που σχημάτισε. Ενώ λοιπόν ο
Δεληγιάννης είχε κερδίσει τις εκλογές, με πολιτικά ανήθικο τρόπο του
αφαιρούνταν η δυνατότητα να κυβερνήσει. Δυστυχώς το αντίστοιχο φαινόμενο θα
συμβεί και λίγα χρόνια αργότερα και με αντισυνταγματικό μάλιστα αυτή τη φορά
τρόπο. Τον Οκτώβριο του 1890 διενεργήθηκαν εκλογές. Το κόμμα του Δεληγιάννη
πλειοψήφησε και ενώ είχαν προηγηθεί δυο πολύ εποικοδομητικές για τη χώρα
πρωθυπουργίες του Χαριλάου Τρικούπη. Πάραυτα ο βασιλεύς Γεώργιος ο Α΄ ακύρωσε
τον πρωθυπουργό. Του ζήτησε να παραιτηθεί διότι ήταν αντίθετος με την
οικονομική πολιτική της κυβέρνησης. Ο Δεληγιάννης απήντησε σθεναρά στον βασιλιά
ότι ο ίδιος ήταν ο μόνος αρμόδιος για την οικονομική πολιτική του τόπου και ότι
ακόμα δεν είχε καμιά συνταγματική υποχρέωση να υποβάλλει παραίτηση. Και συνέβη τότε το απίστευτο γεγονός, όπου ο
βασιλιάς έπαυσε τον πρωθυπουργό Δεληγιάννη. Το φαινόμενο αυτό της έκθεσμης
παρέμβασης του βασιλιά εξαναγκάζοντας σε παραίτηση τον πρωθυπουργό ήταν σύνηθες
σε όλη την Ευρώπη και θα χρειαστεί να περάσουν πολλά χρόνια, μόλις με το πέρας
του Β΄ παγκοσμίου πολέμου για να εκλείψει. Ειδικότερα δε στην Ελλάδα θα
συνεχιστεί ως τη δεκαετία του ’60, οπότε και εξώθησε σε παραίτηση τον Γ.
Παπανδρέου το 1965 μετά και την αποστολή των περιβόητων επιστολών του, που
πολλοί αναλυτές και ιστορικοί τις χρεώνουν όχι στον νεαρό και ανώριμο τότε
βασιλιά Κωνσταντίνο τον Β΄, αλλά στη
αυλή του και δη στον στρατιωτικό διευθυντή του απόστρατο υποπτέραρχο Χαράλαμπο
Ποταμιάνο. Στο ίδιο μήκος κύματος
μάλιστα λίγα χρόνια αργότερα το 1897 ο βασιλιάς πάλι με έκθεσμο τρόπο θα αντικαταστήσει τον πρωθυπουργό
Δεληγιάννη μετά την ατυχή έκβαση του ελληνοτουρκικού πολέμου. Και ενώ ακόμη
όταν παραιτείται ένας πρωθυπουργός και παίρνει άλλος τη θέση του, έχουμε
δημιουργία άλλης κυβέρνησης, συνέβη το 1897 το εκπληκτικό με την εξωθεσμική
παρέμβαση του βασιλιά, να αντικαθίσταται ο πρωθυπουργός και να παραμένει η ίδια
κυβέρνηση με άλλον πια πρωθυπουργό !!! Ήταν αυτά μερικά σαφή δείγματα
της στρεβλής σχέσης που είχε δημιουργηθεί μεταξύ Γεωργίου Α’ και Θ. Δεληγιάννη,
αλλά και των ωμών κατά παράβαση του συντάγματος παρεμβάσεων του βασιλιά, στα
κοινοβουλευτικά πράγματα της χώρας. Στην ιστορική φωτογραφία η Συνθήκη
του Βερολίνου το 1878, βάσει της οποίας περιορίζονταν δραστικά η
εδαφική επέκταση της Βουλγαρίας, εγγράφονται δεσμεύσεις υπέρ της Ελλάδος για
μελλοντική πρσάρτηση σ΄αυτήν της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, ενώ περιορίζονται
στο ελάχιστο τα εδαφικά κέρδη της Ρωσίας απο την αποσυντιθέμενη Οθωμανική
αυτοκρατορία. Συνεχίζεται …
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι
υποψήφιος Βουλευτής της «Ένωσης Κεντρώων» στην Α΄ Αθηνών.