Μάνος Κατράκης Αυτός ο αξεπέραστος, «κοτζάμπασης Χορμόβας» !

Μάνος Κατράκης
Αυτός ο αξεπέραστος, «κοτζάμπασης Χορμόβας» !

Γράφει ο  Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Θαρρείς πως είχε πλαστεί από την φύση για να γίνει σπουδαίος ηθοποιός, ο απαράμιλλος θεατράνθρωπος, μέγας δάσκαλος της δραματικής τέχνης, κορυφαίος της μεγάλης μας οθόνης, αλλά και έξοχος αφηγητής που δικαίωνε τον ποιητικό μας λόγο - με την σπάνια φωνή του - Μάνος Κατράκης. Αυτός ο ανυπόταχτος κρητικός, που πλήρωσε με εξορίες και ανηλεή επαγγελματικά κυνηγητά το ανένδοτο δημοκρατικό του ήθος και μας άφησε με το ανεπανάληπτο λυρικό του κύτταρο, ερμηνείες που συνιστούν μνημεία της δραματιουργίας. Στο παλκοσένικο ο Μάνος Κατρά-κης, φανερώθηκε σε στιγμές δυσθεώρητες της δραματικής τέχνης, οι οποίες και διδάσκονται στις σχολές υποκριτικής μας και ήδη έχουν περάσει στην φαντασμαγορία της θεατρικής μας δημιουργίας. Για τούτο εξάλλου και κέρδισε στην καριέρα του σημαντικά βραβεία. Ενδεικτικά αναφέρουμε την βράβευσή του στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για την συμμετοχή του στην ταινία «Συνοικία το όνειρο», αλλά και στο Διεθνές Φεστιβάλ του Σαν Φραντζίσκο, για την έξοχη ερμηνεία του στον ρόλο του Κρέοντα, στην «Αντιγόνη» του Γ. Τζαβέλλα. Αλλά και στην μεγάλη οθόνη, έχοντας παράλληλα με το πλούσιο λυρικό του κύτταρο, έναν σπάνιο σωματότυπο, με κείνα τα αδρά κρητικά του χαρακτηρι-στικά και το ξερακιανό πρόσωπό του, που έλεγες ότι βγαίνει μέσα από αρχαία τραγωδία, ο αξεπέραστος Μάνος Κατράκης κατέλειπε μνημειώδεις ερμηνείες. Άλλοτε σαν πληγωμένος αστός σύζυγος που αδυνατούσε να παρακολουθήσει τα φτερουγίσματα της νεαρής και ορμητικής συζύγου του, στην δραματική ταινία «Δάκρυα για την Ηλέκτρα», του Γιάννη Δαλιανίδη, άλλοτε ως κυνικός κοτζαμπάσης «Χορμόβας», που προσπαθεί με πανουργία να κατευνάσει τους κολίγους στον θεσσα-λικό κάμπο, συνεχίζοντας την ληστρική τους εκμετάλλευση, στην επική δημιουργία του μοναδικού Γιώργου Τζαβέλλα, «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» αλλά και ως αδίστακτος πλοιοκτήτης  «Χόρστ Ρίχτερ», που παρασύρει στον υγρό τάφο τους ναυτικούς, για να πληρωθεί τα ασφάλιστρα του σαπιοκάραβού του, στην επίσης σπουδαία ταινία «Ορατότης Μηδέν» του Νίκου Φώσκολου, ενίοτε ως εκχυλίζοντος πατριωτισμού στρατηγός του ελληνικού στρατού, σε πολεμικές μας ταινίες, «Κονσέρτο για πολυβόλα», του Ντίνου Δημόπουλου. Σε όλη αυτή την μακρά αλυσίδα, ο αξεπέραστος Μάνος Κατράκης έβγαζε ως καλλιτέχνης έναν όγκο ψυχής και ξεδίπλωνε ένα ανείπωτο λυρικό κύτταρο, που μας προξενούσε ηθική έξαρση και μας έκοβε την ανάσα.

Ο Κρήτης ηθοποιός είδε το φως της ζωής στις 14 Αυγούστου του 1909 στο Καστέλι Κισσάμου των Χανίων της μεγαλονήσου, αποτελώντας το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του Χαράλαμπου Κατράκη – εμπόρου τω επαγγέλματι – και της Ειρήνης Κατράκη. Από νεαρός εκδήλωσε ξεχωριστή αγάπη για την υποκριτική τέχνη και σε ηλικία μόλις 18 ετών εμφανίστηκε στην παράσταση «Για την αγάπη της», του θιάσου «Οι Νέοι». Και τα υψηλά υποκριτικά του στοιχεία σε αυτή την παράσταση θα ενθουσιάσουν τον  σκηνοθέτη Κώστα Λελούδα, που θα τον χρησιμοποιήσει ένα χρόνο αργότερα στην πρώτη βουβή ταινία «Το λάβαρο του ΄21».

Λίγο αργότερα μετέχει στον θίασο «Ελευθέρας Σκηνής» των Μαρίκας Κοτοπούλη, Σπύρου Μελά και Μήτσου Μυράτ και από εδώ ουσιαστικά ξεκινά την καταιγιστική θεατρική σταδιοδρομία του, με την «Ελεύθερη Σκηνή», παίζοντας στις παραστάσεις «Οι άθλιοι», «Στέλλα Βιολάντη» και «Η λύρα του γερο-Νικόλα». Το 1930 θα συνεργαστεί με το «Λαϊκό θέατρο» του μεγάλου μας θεατρικού συγγραφέα Βασίλη Ρώτα και δυο χρόνια αργότερα συνεργάζεται με το νεοϊδρυθέν «Εθνικό Θέατρο» που θα αποτελέσει και το καλλιτεχνικό του ορμητήριο. Συμμετέχει σε αρκετές παραστάσεις και μεταξύ αυτών υποδύεται με αριστουργηματικό τρόπο, τον Κρητικό στην «Βαβυλωνία» και τον Κορυφαίο στον «Αγαμέμνονα». Το 1934 θα συνεργαστεί με τον Βασίλη Αργυρόπουλο, το 1935 πάλι με την Μαρίκα Κοτοπούλη, για να επανακάμψει ξανά στο Εθνικό Θέατρο. Το 1943 είναι μια χρονιά ορόσημο στην πολυεδρική καλλιτεχνική πορεία του μεγάλου Μάνου Κατράκη. Χρηματίζει Πρόεδρος του «Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών» και συμβάλει καθοριστικά στην ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, στο οποίο και παίζει για τρία χρόνια, για να επανακάμψει και πάλι στο Εθνικό μας Θέατρο. Έχοντας ωστόσο ενταχθεί στο ΚΚΕ και αποτελώντας στέλεχος του πρώτης γραμμής στο φάσμα της τέχνης, εκδιώκεται απηνώς. Μάλιστα για την άρνησή του, να υπογράψει την περίφημη «δήλωση μετανοίας» θα εξοριστεί στην Μακρόνησο, τον Άη Στράτη και την Ικαρία. Μετά την οδυνηρή ταλαιπωρία του επιστρέφει στην Αθήνα το 1952, όπου προσπαθώντας να εκπέμψει το στίγμα του διοργανώνει «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη, που θα μείνουν στην ιστορία για το υψηλό πολιτισμικό τους ήθος. Στο παλοσένικο επιστρέφει λίγο αργότερα με το σχήμα του Αδαμάντιου Λεμού  και αμέσως μετά με τον «Θυμελικό Θίασο» του Λίνου Καρζή, στην επική παράσταση «Προμηθέας Δεσμώτης». Κατόπιν και έως το 1955 συνεργάζεται με την Κυβέλη και λίγο αργότερα πραγματώνει έναν μεγάλο του στόχο, συγκροτεί τον δικό του θίασο με την Ασπασία Παπαθανασίου. Ανεβάζει τις παραστάσεις «Ευγενία Γκραντέ», «Το κορίτσι με το κορδελάκι», «Βαθιές είναι οι ρίζες» κ.α.

Ιδρύοντας το « Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» το 1955, ανευρίσκει θεατρική στέγη υπαίθρια στο Πεδίον του Άρεως και ξεκινά από αυτή την θεατρική έπαλξη μια νεα επιτυχημένη πορεία μέχρι και το 1967, ανεβάζοντας σπουδαίες παραστάσεις και με έμφαση στην ελληνική θεατρική δημιουργία, αφού κάνει εγκαίνια στο Λαϊκό Θέατρο, με την μνημειώδη παράσταση «Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας». Χαρακτηριστικές από αυτές τις παραστάσεις είναι οι : «Ο μονοσάνδαλος», «Ο Πατούχας», «Η Αντιγόνη της κατοχής», «Το κορίτσι με το κορδελάκι», διασκευές από τον οικουμενικό μας συγγραφέα Νίκο Καζανζτάκη «Ο Καπετάν Μιχάλης», «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» κ.α. Ενιότε ανέβασε και παραστάσεις από το διεθνές δραματολόγιο όπως «Ιούλιος Καίσαρ», «Φουέντε Οβεχούνα» κ.α., αλλά κατά βάση κινήθηκε στο ελληνικό ρεπερτόριο. Τις χειμερινές περιόδους έκανε θεατρική περιοδεία στην επαρχία, αλλά και στην Κύπρο και την Κωνσταντινούπολη. Το 1968 ο έξοχος Μάνος Κατράκης, θα υποστεί και πάλι κυνηγητό από το καθεστώς της χουντικής ανομίας των Αθηνών τώρα, εκδιωκόμενος από το Πεδίον του Άρεως. Συνεχίζει ωστόσο άκαμπτος την θεατρική του πορεία, πρωταγωνιστώντας άλλοτε με τον δικό του θίασο, άλλοτε με διαφορετικά θεατρικά σχήματα. Το 1972 επανέρχεται στον γνώριμο χώρο του Εθνικού Θεάτρου, πρωταγωνιστώντας στον «Οθέλλο» και τον «Δον Κιχώτη», αλλά συμμετέχοντας πρωταγωνιστικά και στην Επίδαυρο, με τις σπουδαίες παραστάσεις «Οιδίπους Τύραννος» (1973) και «Προμηθέας Δεσμώτης» (1974).

Μεθύστερα θα συνεργαστεί με την «εθνική» μας Αλίκη Βουγιουκλάκη, το Κρατικό θέατρο Βορείου Ελλάδος, που ό ίδιος είχε ιδρύσει, για να ξαναδημιουργήσει το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» του και να ανεβάσει μεγάλες παραστάσεις. Μνημονεύουμε τις : «Φθινοπωρινή Συμφωνία» του Αρμπούζωφ, μαζί με την μεγάλη μας επίσης μούσα Έλλη Λαμπέτη, «Οι τελευταίοι» του Μαξίμ Γκόρκι, «Συντροφιά με τον Μπρέχτ», μαζί με την μεγάλη Μελίνα Μερκούρη, του Μπέρτολτ Μπρέχτ, «Ντά» του Λέοναρντ, «Ταμπού» του Μασάρι, αλλά και την «Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη», του Νικηφόρου Βρεττάκου. Το κλείσιμο της αυλαίας, για την εύκρατη πολιτισμικά και ανεκλάλητου δραματικού ήθους θεατρική σταδιοδρομία του Μάνου Κατράκη,  θα σημάνει η μουσική παράσταση στο Ηρώδειο, «Προμήθεια» του Θόδωρου Αντωνίου, όπου και παίζει για τελευταία φορά. Σε όλη αυτή την πολύπλαγκτη θεατρική του διαδρομή, ο Μάνος Κατράκης διασταυρώθηκε με όλους τους κορυφαίους της δραματικής μας τέχνης. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Δημήτρη Ροντήρη, Μίνω Βολανάκη, Σπύρο Ευαγγελάτο, Πέλλο Καστέλη, Ελένη Χατζηαργύρη, Τζαβαλά Καρούσο, Αντιγόνη Βαλάκου, Τάκη Μουζενίδη κ.α. Ενώ μείζονος σημασίας υπήρξαν οι κατά καιρούς απαγγελίες του, που με την σπάνια δωρική φωνή του, ανέδειξαν τα κείμενα και τον ποιητικό λόγο της σύγχρονης λογοτεχνικής μας δημιουργίας.

Στο πεδίο του κινηματογράφου τώρα όπως προαναφέραμε, η υποκριτική του παρουσία επίσης υπήρξε κυριαρχική. Συνεργάστηκε, με όλους τους μεγάλους σκηνοθέτες του ασπρόμαυρου κινηματο-γράφου και σφράγισε με την καταλυτική παρουσία του τα δραματικά διαμάντια του. Αναφέρουμε τις ερμηνείες του στις ταινίες «Συνοικία το όνειρο» του Αλέκου Αλεξανδράκη (1961), στον «Μαρίνο Κοντάρα» του Γιώργου Τζαβέλα (1948), «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» του Βασίλη Γεωργιάδη (1966), «Ένας Ντελικανής» του Μανόλη Σκουλούδη (1963), «Ηλέκτρα» του Μιχάλη Κακογιάννη (1962), «Κοντσέρτο για πολυβόλα», του Νίτνου Δημόπουλου (1967), «Δάκρυα για την Ηλέκτρα» (1966)  του Γιάννη Δαλιανίδη, «Ορατότης μηδέν» του Νίκου Φώσκολου (1970),  «Λεωφόρος της προδοσίας» (1969) του Χρήστου Κυριακόπουλου και πολλές άλλες.

Ο Μάνος Κατράκης υπήρξε βαθύτατα πολιτικοποιημένο άτομο από τις γραμμές του ΚΚΕ, το οποίο υπηρέτησε με αυταπάρνηση μέχρι το τέλος της ζωής του, πολέμησε στην Εθνική Αντίσταση και πλήρωσε βαρύ τίμημα για αυτήν του την επιλογή, στην κοινωνική και επαγγελματική του ζωή, με εξορίες και ανηλεή κυνηγητά. Παρέμεινε όμως βράχος, γιατί έτσι τον είχε πλάσει η φύση, αλύγιστο και ανυπόταχτο κρητικό. Στην προσωπική του ζωή, μοίρα τραγική βίωσε ανείπωτη θλίψη και τραγω-δίες.  Δεν ευτύχησε στον πρώτο του γάμο και ακολούθησαν τα οργισμένα χρόνια του πολέμου και της κατοχής. Επιχείρησε και ένα δεύτερο γάμο που ούτως αυτός στέριωσε και το τραγικό επιστέγα-σμά του, ήταν ο θάνατος των μοναδικών διδύμων παιδιών του, επάνω στην γέννα ! Όμως τα αλλε-πάλληλα κυνηγητά και οι εξορίες, εν παραλλήλω με το ότι ήταν μανιώδης καπνιστής, έθραυσαν την ευαίσθητη υγεία του και προσεβλήθη από καρκίνο του πνεύμονος. Όμως δεν εννοούσε και σε αυτές τις ύστατες στιγμές να συμμορφωθεί με τις οδηγίες των γιατρών και να κόψει το κάπνισμα. Ήταν και εδώ ασυμβίβαστος με τα θέλω του. Έτσι αφότου αποπεράτωσε τα γυρίσματα της τελευταίας του ταινίας «Ταξίδι στα Κύθηρα», του Θόδωρου Αγγελόπουλου, έφυγε από την ζωή στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984. Το αλγεινό άγγελμα του θανάτου του, σκόρπισε πάνδημη θλίψη στον ελληνικό λαό, που τον είχε λατρέψει όχι μόνο ως καλλιτεχνικό ίνδαλμά του, μα και ως σύμβολο άκαμπτης αντίστασης.

Ο Μάνος Κατράκης με την ανυπέρβλητη δραματική του τέχνη και το σπάνιο λυρικό κύτταρο που διέθετε – δάσκαλος εξάλλου της υποκριτικής – σφράγισε τον ελληνικό πολιτισμό στον 20-ο αιώνα και συνιστά ένας από τους κορυφαίους του, παραμένοντας για πάντα στην καρδιάς μας ! Πόσο αξεπέραστα ωραίος, ήταν αυτός ο κοτζάμπασης «Χορμόβας», που ενώ «έβαφε» με την στυγνή εκμετάλλευση των κολίγων του θεσσαλικού κάμπου, «το χώμα κόκκινο», έλουζε συνάμα τις καρδιές μας, με ένα ανέσπερο ηθικό φώς !!!

Θεατρογραφία :

1928 «Η λύρα του γερο-Νικόλα», 1929 «Οι άθλιοι», 1930 «Στέλλα Βιολάντη», 1932 «Βασιλιάς Ληρ», 1934 «Αγαμέμνονας», 1935 «Βαβυλωνία», 1936 «Ο επιθεωρητής», 1953 «Η πιστή σύζυγος», «Προ-μηθέας Δεσμώτης», 1954 «Ευγενία Γκραντέ», 1955 «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας», 1956 «Το κορίτσι με το κορδελάκι», 1960 «Η Αντιγόνη της Κατοχής», 1961 «Ο Πατούχας», 1962 «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», 1964 «Ο καπετάν Μιχάλης», 1965 «Χωριστά τραπέζια», 1966 «Αυτό το ζώο το παράξενο», 1969 «Ο χορός του θανάτου», 1971 «Βασίλισσα Αμαλία», 1972 «Ο Οθέλος», 1974 «Οιδί-πους τύραννος», «Μαντώ Μαυρογένους», «Προμηθέας Δεσμώτης», 1977 «Φθινοπωρινή ιστορία», 1978 «Οι τελευταίοι», «Ο μονοσάνδαλος», 1979 «Συντροφιά με τον Μπρεχτ», 1984 «Προμηθέας»

Φιλμογραφία :

1929 «Το λάβαρο του '21», 1931 «Έτσι κανείς, σαν αγαπήσει», 1932 «Ο αγαπητικός της βοσκοπού-λας», 1946 «Καταδρομή στο Αιγαίο», 1948 «Μαρίνος Κονταράς», 1953 «Εύα», 1954 «Μαγική πόλις», 1956 «Ο δρόμος με τις ακακίες», 1961 «Αντιγόνη», «Φλογέρα και αίμα», «Συνοικία το όνειρο», 1962 «Ηλέκτρα»,  «Θρίαμβος», 1963 «Αθώα ή ένοχη», «Ένας ντελικανής», «Τα κόκκινα φανάρια», «Ο αδελφός της Άννας», 1964 «Διωγμός», «Προδοσία», «Οι επικίνδυνοι», «Ενωμένοι στη ζωή και στο θάνατο», 1965 «Το μπλόκο», «Σπαραγμός», «Ο επαναστάτης», «Ιστορία μιας ζωής», «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο», «Η έξοδος του Μεσολογγίου», 1966 «Αχάριστη», «Ο κατατρεγμένος», «Σκλάβοι της μοίρας», «Μαζί σου για πάντα», «Η Ελλάς χωρίς ερείπια», «Δάκρυα για την
Ηλέκτρα», «Έρωτας στην καυτή άμμο», «Έχω δικαίωμα να σ' αγαπώ», «Κατηγορώ τους ανθρώπους», «Τώρα που φεύγω απ' τη ζωή», «Αιχμάλωτοι του πεπρωμένου», 1967 «Ο δραπέτης», «Κοντσέρτο για πολυβόλα», «Τι κι αν γεννήθηκα φτωχός», «Ο Λαμπίρης εναντίον παρανόμων», 1968 «Η λυγερή», «Τζέην Έυρ», «Ξεριζωμένη γενιά», «Η καρδιά ενός αλήτη», «Το κανόνι και τ' αηδόνι», «Μια μέρα ο πατέρας μου», «Η λεωφόρους του μίσους», «Ας με κρίνουν οι γυναίκες», «Τόσα όνειρα στους δρόμους», «Κατηγο-ρούμενη απολογήσου», «Θα κάνω πέτρα την καρδιά μου», «Φίλησέ με πριν φύγης για πάντα», 1969 «Ο πρόσφυγας», «Η ώρα της αλήθειας», «Η σφραγίδα του Θεού», «Για την τιμή και τον έρωτα», «Κακός, ψυχρός κι ανάποδος», «Η λεωφόρος της προδοσίας», «Κυνηγημένη προσφυγοπούλα», «Φίλησε με πριν να φύγεις για πάντα», «Κουρέλι της ζωής», 1970 «Ορατότης Μηδέν», «Εσένα μόνο αγαπώ», «Η ζούγκλα των πόλεων», |Κατηγορώ τους δυνατούς», «Ώρες αγάπης», «ώρες πολέμου», «Αυτοί που μίλησαν με τον θάνατο», 1971 «Κατάχρησις εξουσίας», «Η λεωφόρος του μίσους», 1972 «Χωρίς συνείδηση», «Η Αλίκη δικτάτωρ», «Με φόβον και πάθος», «Αντάρτες των πόλεων», 1973 «Οι προστάτες», 1974 «Η δίκη των δικαστών», 1978 «Ο εφιάλτης», «Κραυγή γυναικών», «Ο ήλιος του θανάτου», 1980 «Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο», «Ελευθέριος Βενιζέλος: 1910-1927», 1984 «Ταξίδι στα Κύθηρα», «Τα χρόνια της θύελλας».

Υ.Γ. Ο πολιτισμός στις οδυνηρές οικονομικά μέρες μας, είναι τελείως περιθωριοποιημένος από την πολιτεία και υποχρηματοδοτημένος, με τις κεντρικές του δομές να αργοσβήνουν μία, μία. Πέρα από τον ελάχιστο παραπάνω οφειλόμενο φόρο τιμής, στους μεγάλους έλληνες κωμικούς μας, που διαμόρφωσαν το σύγχρονο πνευματικό ήθος του ελληνικού λαού και τον στήριξαν ηθικά στις δίσεκτες μεταπολεμικές μας δεκαετίες, που τις σκίαζαν οι οικονομικές στρεβλώσεις και οι κοινωνικές δυσπλασίες, οφείλουμε σήμερα ως πολιτεία με σοβαρότητα και ευθύνη, να καταστρώσουμε ένα κεντρικό Master Plan για τον πολιτισμό, που συνυφαίνοντας αρμονικά, τις αρχαιότητες, την πολιτισμική κληρονομιά και το πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό μας, σε κάθε γωνιά της ελληνικής περιφέρειας, θα δώσει ώθηση στην εθνική οικονομία και την περιφερειακή ανάπτυξη.

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »