Κώστας Καζάκος Μια λαμπρή καριέρα και «Ένα κοντσέρτο για πολυβόλα» !

Κώστας Καζάκος
Μια λαμπρή καριέρα και «Ένα κοντσέρτο για πολυβόλα» !

Γράφει ο  Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Ζυμώθηκε εφηβικά, αλλά και καλλιτεχνικά, μέσα στο καμίνι της τραγικής μεταπολεμικής – εμφυλιοπολεμικής περιόδου, κάτι που σμίλευσε καθοριστικά την πορεία και την ηθική προσωπικότητά του και μέσα από αυτά τα πυρίκαυστα χρόνια, άντλησε τις ηθικές του σταθερές, για να διανύσει μια εκτυφλωτική στην κυριολεξία καριέρα στο πεδίο του θεάτρου και του κινηματογράφου και να αναγορευτεί σε έναν από τους κορυφαίους μας θεατρανθρώπους – ηθοποιούς. Πολυδύναμη ωστόσο προσωπικότητα και συναισθανόμενος κατάβαθα στην συνείδησή του, την κλαγγή της ιστορίας, αφού βίωσε όλο τον ιστορικό δυναμισμό, αλλά και τον δραματικό χαρακτήρα της εμφυλιακής Ελλάδας, δεν περιχαρακώθηκε ως καλλιτέχνης μόνο στην προσωπική του ευδοκίμηση, βαθύτατα πολιτικοποιημένος, έκανε σπουδαίες παρεμβάσεις για φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα και άφησε και στο φάσμα της πολιτικής, από τις τάξεις του ΚΚΕ, τον βαρύ ίσκιο του. Μιλώντας άλλωστε για τα φοβέρα εκείνα χρόνια που σημάδεψαν και μάτωσαν τον ελληνισμό, θα πεί με παραστατική ενάργεια για τον εμφύλιο στον Πύργο, «θυμάμαι τους αντάρτες του Μαντούκου (στέλεχος των ανταρτών της εποχής), να κείτονται άψυχοι και ματωβαμμένοι, στα σκαλιά της Αγίας Κυριακής» ! Σκηνές που κόβουν την ανάσα και καταδείχνουν την τραγωδία, αλλά και την ηθική σκληρότητα του επάρατου εμφυλίου. Ο λόγος για τον λατρεμένο μας ηθοποιό Κώστα Καζάκο, τον αξεπέραστο «Λοχαγό θεοδώρου», από την επική ταινία «Κονσέρτο για πολυβόλα» που ερωτεύεται την «Νίκη», την επίσης πολυαγαπημένη μας (Τζένη Καρέζη), γραμματεία του ΓΕΣ και μέσα από τις δραματικές συνθήκες που βιώνουν, αναφύεται ένας συγκλονιστικός έρωτας, ο οποίος μαζί με τα χαρμόσυνα μηνύματα της νίκης των ελληνικών όπλων, εναντίον των ιταλών φασιστών, μας προσφέρει ανείπωτη ηθική έξαρση. Στιγμές που με επίσης δραματική μεγαλουργία, από το αστείρευτο λυρικό κύτταρο του Κώστα Καζάκου και της Τζένης Καρέζη, θα ζήσουμε και στην απαράμιλλη θεατρική τους παράσταση, «Το μεγάλος μας Τσίρκο» του ακαδημαϊκού μας Ιάκωβου Καμπανέλλη, για την οποία θα αποσπάσουν και πολλά βραβεία.

Δεν ήταν εύκολα τα παιδικά και εφηβικά χρόνια για τον Κώστα Καζάκο, αφού τα μάτωσε το δράμα του εμφυλίου πολέμου. Ο πατέρας του ήταν στατιστικολόγος και δούλευε στην Νομα-ρχία Ηλείας, με καταγωγή από την Κοπάνιτσα της Μάνης, σημερινή «Καλιές». Παντρεύτηκε στον Πύργο όπου σταδιοδρομούσε επαγγελματικά και εκεί γεννήθηκαν ο Κώστας με τα τρία άλλα ακόμα αδέλφια του. Η τραγική έκσπαση του εμφυλίου, με τον πατέρα του να είναι τεταγμένος στην αριστερά, συνεπάγονταν για την οικογένειά του ένα ανηλεές κυνηγητό, που για τον μεγάλο μας ηθοποιό ήταν η πραγματική μετά τον πόλεμο, κατοχή. Ο πατέρας του όπως του διηγούνταν με γλυκόπικρη ειρωνεία, πέρασε από τα «πανεπιστήμια του Αιγαίου», εξορίες στην Ικαρία, τον Άη Στράτη και την Μακρόνησο και έτσι η μητέρα του Κώστα Καζάκου αναγκάστηκε το 1948 – σε ηλικία 13 χρονών τότε ο ηθοποιός – να πάρει τα παιδιά και να τα φέρει στην Αθήνα και να παλέψουν για να ζήσουν. Ο πατέρας του απολύθηκε ευθύς από την Νομαρχία και από τις περιπλανήσεις των εξοριών, τους ξαναβρήκε το 1952 ! Για να βιοπορίσουν ο νεαρός Κώστας Καζάκος έκανε δουλειές του ποδαριού προστρέχοντας την οικογένεια και παράλληλα πήγαινε στο νυχτερινό γυμνάσιο του Παγκρατίου, δοθέντος ότι ο αρτιγέννητος θεσμός των νυχτερινών σχολείων έκανε τα πρώτα του βήματα.

Όνειρό του τελειώνοντας το γυμνάσιο και αναθρεμμένος σε ένα περιβάλλον πνευματικής ευκρασίας με πλούσια βιβλιοθήκη από τον πατέρα του και πολιτισμικά βιώματα, ήταν να τελειώσει την φιλολογία και να γίνει δάσκαλος. Ωστόσο σύντομα ήλθε στην Γραμματεία του Πανεπιστημίου, αντιμέτωπος με μια οικτρή πραγματικότητα που θα τον συνόδευε στην μετέπειτα ζωή του. Του έλειπε ένα καθοριστικό χαρτί για την εγγραφή του, το περίφημο «Πιστοποιητικό Κοινωνικών Φρονημάτων» από την Ασφάλεια. Έτσι θα αλλάξει τον σχεδιασμό της ζωής του μοιραία και θα βιώνει καθημερινά τον εξευτελισμό, τους καταναγκασμούς και τις ταπεινώσεις των χαμαλοδουλειών, για τα προς το ζήν. Ωστόσο ένα τυχαίο γεγονός θα αλλάξει άρδην τη ρότα του. Περνώντας τυχαία μια μέρα από την Αριστοτέλους, θα δει στο πανέμορφο νεοκλασικό κτίριο, που παλιά ήταν το σπίτι του δικτάτορος Θεόδωρου Παγκάλου, την επιγραφή «Ανωτέρα Σχολή Κινηματογράφου «Λυκούργος Σταυράκος», για τον κινηματογράφο, ένα αντικείμενο που δεν γνώριζε την ηθική μαγεία του μέχρι τότε και ούτε υποπτεύονταν, ότι θα του άλλαζε την μοίρα ! Ήταν η μοναδική Σχολή Κινηματογράφου τότε στην Ελλάδα, χωρίς άδεια – όπως και για πολλά χρόνια αργότερα – αλλά πάραυτα με στοιχειώδη συγκρότηση και με πολύ υψηλού ηθικού κύρους δασκάλους. Θέλοντας να αποδράσει από τις χαμαλοδουλειές ο φέρελ-πις τότε Κώστας Καζάκος, θα τολμήσει μια «δουλειά δική του», χωρίς εξαρτήσεις και αφεντικά και θα δώσει εξετάσεις, για ένα διαφορετικό ξεκίνημα. Είχε τότε η πρωτοπόρα Σχολή Σταυρά-κου, Τμήματα Σπουδών Σκηνοθέτη, Ηθοποιού και Εικονολήπτη. Θα πετύχει στις εξετάσεις και έτσι θα αρχίσει το όμορφο περιπετειώδες ταξίδι του, στα μονοπάτια της τέχνης.

Το Εργαστήρι Σταυράκου πέρα από τις δραματικές σπουδές, θα δώσει και υψηλά εναύσματα κοινωνικού προβληματισμού, στον ούτως ή άλλως υποψιασμένο από το δράμα του εμφυλίου Κώστα Καζάκο και θα του διανοίξει μεγάλους ορίζοντες στη ζωή του, για αυτό που λέμε «πνευματικός άνθρωπος» και όχι απλά καλλιτέχνης. Δοθέντος του «ελευθέρου» προγράμματος της Σχολής, πέρα και έξω από τους τυπικούς καταναγκασμούς των κλασικών τυπικών αναλυτι-κών προγραμμάτων, περνούσαν τότε από αυτή και έκαναν διαλέξεις, κορυφαίοι της ελληνικής διανόησης, όπως οι Άγγελος Τερζάκης, Ιάκωβος Καμπανέλλης, Μίκης θεοδωράκης, Γιάννης Τσαρούχης και άλλοι μεγάλοι των γραμμάτων και των τεχνών, που ασκούσαν μιαν αστείρευτη ηθική γοητεία στους υποψήφιους νέους ηθοποιούς. Για τούτο και από την σπουδαία πολιτι-σμική μήτρα της Σχολής του Σταυράκου, ξεπήδησαν μετέπειτα, οι περισσότεροι – με εξαίρεση όσους λίγους έφυγαν στην Ρώμη, για να λάβουν ανώτερες σπουδές στην «τσινετσιτά» -  των κορυφαίων του ελληνικού κινηματογράφου και θεάτρου, που έχτισαν την εποποιία του ασπρόμαυρου. Με την αρωγή ακόμα στην διεύθυνση της Σχολής του σπουδαίου Γρηγόρη Γρηγορίου, ενός φωτισμένου σκηνοθέτη και ανθρώπου.

Αλλά πέρα από αυτή την ηθική μαγεία της Σχολής που λάξευσε την δραματική του προσωπικό-τητα, στου Σταυράκου ο Κώστας Καζάκος, θα γνωρίσει και έναν ακόμα σπουδαίο δάσκαλο που θα άλλαζε άρδην την ζωή του. Τον μεγάλο μας θεατράνθρωπο Κάρολο Κούν. Δίδασκε τότε δυο φορές της εβδομάδα ο Κούν στην Σχολή – και για αντάλλαγμα του παραχωρούσαν χώρο του Εργαστηρίου, για να κάνει πρόβες με τον θίασό του, δοθέντος ότι δεν είχε ακόμα τα χρήματα για να αποκτήσει την μετέπειτα θεατρική στέγη του τον «Ορφέα» -  μαζί ακόμα με τον γίγαντα της δραματικής τέχνης Βασίλη Διαμαντόπουλο και την γυναίκα του Μαρία Αλκαίου. Το ύφος του Καρόλου Κούν και η διαλεκτική του, δεν ήταν εύληπτα από την πλατιά μάζα των μαθητών και έτσι ο Κώστας Καζάκος παρακολουθώντας τον αδιαλείπτως και κάνοντας και παρουσιάσεις στο μάθημά του, απέσπασε σύντομα την αγάπη και την εκτίμησή του, που ήταν και η ηθική μαγιά, της ύστερης καλλιτεχνικής συνεργασίας τους. Σαν άνοιξε έτσι ο μεγάλος δάσκαλος τον «Ορφέα» το ΄54, ο Κώστας Καζάκος ανταποκρίθηκε στην πρόσκλησή του, τον ακολούθησε και συνετέλεσε ζωτικά, στον να διαμορφώσουν την δραματική μεγαλουργία του «Ορφέα» στα χρόνια που ακολούθησαν. Θα μείνει πέντε ολόκληρα χρόνια στο Θέατρο Τέχνης του Κούν, παρακολουθώντας όλους τους κύκλους δραματικών σπουδών και υποκριτικής και αφού εκπληρώσει και την στρατιωτική θητεία του, θα επανακάμψει δυναμικά στο παλκοσένικο και την μεγάλη οθόνη.

Αλλά συνάμα ξεκινά και την καριέρα του στον κινηματογράφο. Πρόβα τζενεράλε θα κάνει στην ιστορική ταινία «Η αρπαγή της Περσεφόνης», σε παραγωγή του ιδιοκτήτη της Σχολής του Λυκούργου Σταυράκου, σε σκηνοθεσία του Διευθυντή της Σχολής Γρηγόρη Γρηγορίου και σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Ο Σταυράκος είχε εξασφαλίσει μερική χρηματοδότηση της ταινίας και συμμετείχε σε αυτήν τότε ένας γαλαξίας αστέρων. Βασίλης Διαμαντόπουλος (Δίας) , Αλέκα Κατσέλη (Δήμητρα), Ορέστης Μακρής και ο Κώστας Καζάκος (Πλούτωνας). Ενώ συνεχίζει μετά τον Κάρολο Κούν και την αλματωδώς εξελισσόμενη θεατρική του παρουσία, με όλους τους μεγάλους θιάσους της εποχής. Θα συνεργαστεί έτσι με τις Έλλη Λαμπέτη, Άννα Συνοδινού – με την οποία στο αρτιγέννητο θέατρο του Λυκαβηττού το ΄65 ανέβασαν τις παραστάσεις «Αντιγό-νη» και «Εκκλησιάζουσες» - τον Αλέκο Αλεξανδράκη, με τον Λεωνίδα Τριβιζά, αλλά και τον Μίνω Βολανάκη.

Σημαντικό ωστόσο ορόσημο για την κινηματογραφική του πορεία, που θα εξακτινώσει το καλλιτεχνικό του κύρος, αλλά και θα σημαδέψει και την προσωπική του ζωή, είναι μια ταινία του Ντίνου Δημόπουλου το 1966, το περίφημο «Κοντσέρτο για πολυβόλα» για την κραταιά «Φίνος –Φίλμ». Την «μεγάλη πόρτα της οδού Χίου», εκεί ήταν τα γραφεία της «Φίνος Φίλμ»), του αυτοκράτορα της κινηματογραφικής μας βιομηχανίας Φιλοποίμενος  Φίνου ! Παρόλες τις αρχικές ενστάσεις του Φίνου, που θεωρούσε καρατερίστα τον Καζάκο, ο Δημόπουλος, θα τον ντύσει με στολή λοχαγού στον «Τόγκα» στην Ακαδημίας, θα τον βάλει μέσα σε ένα ταξί, με τα αποστράπτοντα αστέρια του λοχαγού να προκαλούν δέος και θα πείσει τον Φίνο, να του δώσουν τον ρόλο του πρωταγωνιστή «Λοχαγού Θεοδώρου», που θα σημείωνε εκπληκτική επιτυχία, αποσπώντας την καθολική αναγνώριση του κοινού. Αλλά μαζί με την μεγάλη επιτυχία της ταινίας, που θέμα της ήταν ένα σενάριο κατασκοπείας εναντίων των ιταλών φασιστών του Μουσολίνι, το οποίο τελικά θα έστεφε με επιτυχία τα ελληνικά όπλα, στα γυρίσματα της ταινίας, ο μεγάλος μας ηθοποιός θα ερωτευτεί την μούσα της ζωής του Τζένη Καρέζη, με την οποία θα μοιραστεί τη ζωή του και θα χτίσουν μια στέρεη οικογένεια, αποκτώντας και έναν γιό, τον επίσης εξαίρετο ηθοποιό Κωνσταντίνο
Καζάκο, που με ήθος και διακριτικότητα ξεδιπλώνει την καλλιτεχνική του σταδιοδρομία. Το περίεργο είναι όπως εξομολογείται ο Κώστας Καζάκος, ότι παρότι είχαν συνεργαστεί δυο φορές μέχρι τότε με την Τζένη, δεν είχε «αναπτυχθεί χημεία μεταξύ τους». Την μια που ως βοηθός σκηνοθέτη ο Κώστας Καζάκος, του Ερρίκου Θαλασσινού,  σε μια ταινία με την Τζένη και τον Φούντα, έχοντας γράψει μάλιστα  και το σενάριο μαζί με τον Θαλασσινό, επισκέφθηκε την Τζένη στο καμαρίνι της, για να μάθει τα λόγια της και να προετοιμαστεί και την δεύτερη που έκαναν από κοινού με την Τζένη, ένα ραδιοφωνικό θεατρι-κό, χωρίς ωστόσο να αγγίξει εσωτερικά ο ένας, τον άλλον ! Πάραυτα στα γυρίσματα του «Κονσέρτου για πολυβόλα», σε ένα διάλλειμα της ταινίας και κάτω από ένα πεύκο όπου η Τζένη έπαιζε ταύλι με τον Ντίνο Δημόπουλο, θα του πεί μελαγχολικά «την  πάτησα, τον ερωτεύτηκα σφόδρα (εννοώντας τον Κώστα Καζάκο)» !!! Έκτοτε θα γίνουν αυτοκόλλητοι, θα παντρευτούν το 1968 και από κεί θα ξεκινήσει το μεγάλο τους και όμορφο κοινό ταξίδι στην ζωή, στο θέατρο και τον κινηματογράφο, για 26 χρόνια, μέχρι τον αδόκητο χαμό, της αλησμόνητης Τζένης Καρέζη, που πάντα είναι στην καρδιά και την σκέψη μας, κορυφαία ! Ζώντας σταθερά στο «ιστορικό» πλέον διαμέρισμά τους στην Φωκίωνος Νέγρη, στην Κυψέλη, απέναντι ακριβώς από το «Select», όπου διαμένει και σήμερα ο μεγάλος μας πρωταγωνιστής.  Εύκρατος καλλιτεχνικά ο μεγάλος Κώστας Καζάκος, συμμετείχε σε πάνω από 40 ταινίες στο κινηματογράφο και σε 160 περίπου θεατρικές παραστάσεις. Πολύπλαγκτος ακόμα στο φάσμα της τέχνης, σκηνοθέτησε 18 θεατρικές παραστάσεις, 4 τηλεοπτικές παραγωγές, ενώ από την έπαλξη του παραγωγού, γύρισε και δυο ταινίες. Την «Ερωτική Συμφωνία» σε σκηνοθεσία δική του και σενάριο της Τζένης Καρέζη και τη «Λυσιστράτη», σε σκηνοθεσία Γιώργου «Ζερβουλάκου.

Ανέπτυξε ακόμα έντονη συνδικαλιστική δραστηριότητα στο χώρο των ηθοποιών και υπήρξε ο εμπνευστής μεγάλων πρωτοβουλιών και θεσμικών παρεμβάσεων, στο φάσμα της τέχνης. Διετέλεσε έτσι αντιπρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου του «Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου», Πρόεδρος της «Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης» και Γενικός Γραμματέας της «Πανελλήνιας Ένωσης ελευθέρου Θεάτρου». Πρωτοστάτησε στην ίδρυση του «Ελληνοαραβικού Συνδέσμου» και υπήρξε Μέλος της «Επιτροπής Αδείας Άσκησης του Επαγγέλματος του Ηθοποιού». Για την πολυσχιδή προσφορά του στο θέατρο και τον κινηματογράφο τιμήθηκε, με Α΄ Χρυσό Βραβείο του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1973, για την αρτιότερη παραγωγή «Λυσι-στράτη» και με τον «Χρυσό Απόλλωνα» το 1967 της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου Αθηνών. Ανέπτυξε πολιτική δραστηριότητα, μέσα από μια υποδειγματικού ήθους και ανιδιοτέλειας συνέπεια, από τις μάχιμες γραμμές του ΚΚΕ. Και στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2007 και του Οκτωβρίου του 2009, εξελέγη Βουλευτής του ΚΚΕ, τιθέμενος επικεφαλής του Ψηφοδελτίου Επικρατείας του. Ενώ πάντα με το ίδιο αμείωτο πάθος και ηθική ένταση, παρεμβαίνει στα μείζονα πολιτικά μας ζητήματα, για να καταθέσει τη μαρτυρία του, αλλά και για να στηλιτεύσει τις ανεπάρκειες του πολιτικού μας συστήματος. Στην προσωπική του ζωή, ο απαράμιλλος θεατράνθρωπός μας, έκανε τρείς γάμους. Το 1962 με την Νερίνα Λυμπεροπούλου, το 1968 με την Τζένη Καρέζη, με την οποία απέκτησαν τον ηθοποιό Κωνσταντίνο Καζάκο (1969),  ενώ από το 1997 είναι παντρεμένος με την ηθοποιό Τζένη Κόλλια, με την οποία επίσης έχει χτίσει μια όμορφη οικογένεια, αποκτώντας τρία ακόμα παιδιά, τον Αλέξανδρο (1997), την Ηλέκτρα (2002) και την Μάγια (2008).

Εξαιρετικό λυρικό κύτταρο, έμπεδες δραματικές σπουδές, με τους κορυφαίους της δραματικής μας τέχνης – Κάρολο Κούν, Γρηγόρη Γρηγορίου κ.α.- αλλά και σπουδαία φυσική ομορφιά, είναι τα στοιχεία με τα οποία πορεύτηκε στην πολυεδρική καλλιτεχνική του σταδιοδρομία, ο έξοχος θεατράνθρωπός μας Κώστας Καζάκος, χαρίζοντάς μας ασύγκριτες στιγμές αισθητικής αρμονίας και μερικά από τα αριστουργήματα της καλλιτεχνικής μας δημιουργίας, όπως  «Το μεγάλο μας τσίρκο», συνεχίζοντας και σήμερα την σπουδαία δραματουργική του παρουσία. Χωρίς ποτέ να απολησμονήσει τον μάχιμο διανοούμενο της τέχνης, από κάθε κοινωνικό μετερίζι. Και έτσι τον έχουμε παντοτινά στην καρδιά μας !!! Αυτόν  τον αξεπέραστο «Λοχαγό Θεοδώρου» !

Φιλμογραφία :

1956 «Η αρπαγή της Περσεφόνης», 1961 «Ηλέκτρα», «Σαράντα παληκάρια», 1962 «Πεζοδρό-μιο», «Προδωμένη αγάπη», 1963 «Ένας ντελικανής», «Λενιώ η βοσκοπούλα», 1964 «Εξωτικές βιταμίνες», «Η Κύπρος στις φλόγες», «Τα δάκρυά μου είναι καυτά», 1965 «Η στοργή», «Το μπλόκο», «Με πόνο και με δάκρυα», «Το πρόσωπο της ημέρας», «Απόκληροι της κοινωνίας», «Περιφρόνα με γλυκειά μου», 1966 «Οι ένοχοι», «Κοινωνία ώρα μηδέν», «Ο γυρισμός του στρατιώτη», 1967 «Κοντσέρτο για πολυβόλα», «Οι σφαίρες δεν γυρίζουν πίσω», 1968 «Αγάπη και αίμα», «Η λεωφόρος του μίσους», «Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα», «Το παρελθόν μιας γυναί-κας», 1969 «Πανικός Αγάπη και αίμα», «Το κορίτσι του 17», 1970 «Εν ονόματι του νόμου», «Μια γυναίκα στην αντίσταση», 1971 «Υποβρύχιο Παπανικολής», 1972 «Λυσιστράτη», «Ερωτική συμφωνία», 1973 «Ζήτημα ζωής και θανάτου», 1977 «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», 1980 «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», 1982 «Στη ζούγκλα της Αθήνας», «Ταξίδι στην πρωτεύουσα», 1991 «Ο δραπέτης».

Θέατρο :

1954 «Η μικρή μας πόλη», 1957 «Η αυλή των θαυμάτων», 1970 «Η κυρία δε με μέλλει», 1971 «Ασπασία», 1973 «Το μεγάλο μας τσίρκο», 1977 «Πάπισσα Ιωάννα», Η Παναγία των δολλαρί-ων», 1978 «Πολίτες δεύτερης κατηγορίας», 1982 «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ», 1987 «Jogging», 1999 «Τα σέβη μας δόκτωρ Τσέχωφ», 2000 «Οι μικροαστοί», 2006 «Ήταν όλοι τους παιδιά μου».

Υ.Γ. Ο πολιτισμός στις οδυνηρές οικονομικά μέρες μας, είναι τελείως περιθωριοποιημένος από την πολιτεία και υποχρηματοδοτημένος, με τις κεντρικές του δομές να αργοσβήνουν μία, μία. Πέρα από τον ελάχιστο παραπάνω οφειλόμενο φόρο τιμής, στους μεγάλους έλληνες κωμικούς μας, που διαμόρφωσαν το σύγχρονο πνευματικό ήθος του ελληνικού λαού και τον στήριξαν ηθικά στις δίσεκτες μεταπολεμικές μας δεκαετίες, που τις σκίαζαν οι οικονομικές στρεβλώσεις και οι κοινωνικές δυσπλασίες, οφείλουμε σήμερα ως πολιτεία με σοβαρότητα και ευθύνη, να καταστρώσουμε ένα κεντρικό Master Plan για τον πολιτισμό, που συνυφαίνοντας αρμονικά, τις αρχαιότητες, την πολιτισμική κληρονομιά και το πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό μας, σε κάθε γωνιά της ελληνικής περιφέρειας, θα δώσει ώθηση στην εθνική οικονομία και την περιφερειακή ανάπτυξη.

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων                                                         
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »