Τσαντάκηδες, χορός, αλλά και καταθέσεις, στην μεταπολεμική Αθήνα …

Τσαντάκηδες, χορός, αλλά και καταθέσεις, στην μεταπολεμική Αθήνα … 

Γράφει  ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Το εξάμβλωμα των τσαντάκιδων ήταν διάστικτο και στην αθηναϊκή μεταπολεμική κοινωνία. Βεβαίως δεν ήταν στην έκταση την σημερινή, αλλά έδινε το παρόν στα αστυνομικά δελτία και τότε. Ενδεικτική είναι η παρακάτω είδηση στις εφημερίδες «Η Παναγιώτα Δαμιανού κατήγγειλε στην αστυνομία, ότι χθές τα βράδυ της αφήρεσε άγνωστος στο Ζάππειο την τσάντα της, η οποία περιείχε 165.000 δρχ». Ωστόσο και τα εγκλήματα είναι σε έξαρση και αμαυρώνουν την κοινωνική επικαιρότητα της Αθήνας. Το αστυνομικό δελτίο της εποχής αναφέρει : «Εις την διασταύρωσιν των οδών Πατησίων και Λήμνου ευρέθη τεμαχισμένο βρέφος, το οποίον είχαν φάει προφανώς σκύλοι». Αλλά δεν λείπουν στον αθηναϊκό μεταπολεμικό τοπίο και οι απαγωγές, άλλοτε με ερωτικά κίνητρα – γιατί ο έρως εποχές και χρόνια δεν διακρίνει – ενίοτε υποκινούμενες από καθαρά εγκληματικά κίνητρα για προσπορισμό λίτρων. Ας δούμε τι αναφέρει στο αστυνομικό δελτίο της εποχής : «Ο 20-ετής καραγωγεύς Χ….. απήγαγε την 16-έτιδα Π…. την οποία αφού διέφθειρεν εις τον Λυκαβηττόν, οδήγησε έπειτα στην Κοκκινιάν. Ο απαγωγές συνελήφθη». Απαγωγές που συνοδεύονταν κάποτε από σπαρταριστές ιστορίες, που χόρταιναν την αδηφάγο όρεξη του αθηναϊκού κοινού.

Κοντά στις απαγωγές και τις εγκληματικές ενέργειες άνθησαν και οι κλοπές και οι ληστείες, που είχαν αναχθεί σε φόβο και τρόμο των πολιτών της Αθήνας. Κάποιες μάλιστα από τις ληστείες ήταν πολύ αποδοτικές και αποτύπωναν την είσοδο του προχωρημένου εγκλήματος και στην μεταπολεμική Αθήνα. Χαρακτηριστική είναι η κλοπή στην οικία του εφοπλιστή Μιχάλη Γουλανδρή στα Πατήσια, την οποία είχαν εξάλλου επιτάξει οι Άγγλοι στρατιώτες. Οι ληστές εισήλθαν σε ένα από τα δωμάτια του σπιτιού και απέσπασαν ρουχισμό υψηλής ποιότητας αξίας 30.000 εκατομμυρίων δρχ. Γερό «κόλπο» για την οικονομικά αδύναμη μεταπολεμικά Αθήνα. Πάραυτα ορισμένος από τον κλαπέντα ρουχισμό βρέθηκε μετά από λίγες μέρες, σε αποθήκη στο Πολύγωνο, στην οποία τον είχαν φυλάξει οι ληστές. Αλλά να και μια είδηση από το πολιτισμικό πεδίο, που ανατείνει ηθικά τους Αθηναίους. Το αθηναϊκό κοινό πληροφορείται ότι ο διαπρεπής έλληνας  μουσικοσυνθέτης Δημήτρης  Μητρόπουλος προσελήφθη από τον περίφημο συνάδελφό του Αρθρούρο Τοσκανίνι για να διευθύνει δυο συναυλίες στην περίφημη σκάλα του Μιλάνου. Αναντίλεκτα υψηλός φόρος τιμής στον πολυτάλαντο έλληνα μουσικοσυνθέτη που διαπρέπει στην Αμερική. Και βεβαίως με αδημονία το μουσόφιλο αθηναϊκό κοινό, ανέμενε τον Δημήτρη Μητρόπουλο στην Αθήνα για να τον απολαύσει. 

Ένα ακόμα πολιτισμικό γεγονός χρωματίζει όμορφα την Αθήνα. Είναι τα εγκαίνια της έκθεσης του ζωγράφου της νίκης Αλέκου Αλεξανδράκη, στο ατελιέ του, επι της οδού Ερμού 27 στην Αθήνα. Πρόκειται για μια εκδήλωση που λαμπρύνει την αναδυόμενη σιγά – σιγά πολιτισμική ζωή της πρωτεύουσας, η οποία συγκέντρωσε όλη την αφρόκρεμα της φιλότεχνης Αθήνας. Αλλά και στην αίθουσα του Παρνασσού έχουμε σπουδαία εικαστικά δρώμενα. Ανοίγει τις πύλες της η ατομική έκθεση του σπουδαίου ζωγράφου Γερμενή και στην έναρξή της πραγματοποιεί ομιλία , ο ακαδημαϊκός Σωτήρης Σκίπης. Συνάμα πλήθος κόσμου, από την ακαδημαϊκή, πολιτική και καλλιτεχνική κοινότητα, κατακλύζει την έκθεση. Αλλά τον λόγο τώρα έχει ο χώρος που πάντα εντυπωσιάζει τους Αθηναίους. Η Λιλή Μπερδέ, μια πολυτάλαντη και ελπιδοφόρα χορεύτρια, επίκειται να εμφανισθεί μετά από μεγάλη απουσία στο θερινό θέατρο «Ακροπόλ». Η Μπερδέ αποτελούσε μαθήτρια της σπουδαίας χορογράφου Έλλης Ζουρούδη και με το πανθομολογούμενο ταλέντο της, υπόσχονταν πολλά στο αθηναϊκό κοινό. Θα συμμετείχε τώρα από κοινού, με τον Μανώλη Καστρινό στην επιθεώρηση των Παπαδούκα-Σπυρόπουλου-Ασημακόπουλου, που έφερε τον τίτλο «Στις πλάκας της ανηφοριές».

Αλλά το κορυφαίο θεατρικό γεγονός της σεζόν, είναι στις αρχές Ιουνίου 1946, η παράσταση στο θεάτρο «Περοκέ», «Ουίσκι και βότκα», που στην κυριολεξία προξένησε πανδαιμόνιο. Σπάσανε τα ταμεία του από κόσμο και ο θεατρικός επιχειρηματίας Γιώργος Φρανζής, αναγνωρισμένος για το θεατρικό επιχειρηματικό του ένστικτο, αισθάνονταν δικαιωμένος για μια ακόμα μεγάλη επιτυχία. Την  μουσική ακόμα για την παράσταση έχει γράψει ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης. Αλλά μαζί με θέατρα που καθήλωναν το αστικό κοινό στην Αθήνα της εποχής, υπήρχαν και τα λαϊκά θεάματα στους δρόμους, που μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον των λαϊκών στρωμάτων και της έντιμης φτωχολογιάς. Χαρακτηριστικότερα από αυτά ήταν ο περίφημος «γύρος του θανάτου» που ελάμβανε χώρα καθημερινά 6-10 μ.μ. στην Πλατεία Λαυρίου, στην συμβολή των οδών Γ΄ Σεπτεμβρίου με Χαλκοκονδύλη. Επρόκειτο για ένα ριψοκίνδυνο πολυακροαβατικό, που στην κυριολεξία έκοβε την ανάσα των θεατών και ανέβαζε την αδρεναλίνη στο κατακόρυφο !

Σε τι συνίστατο όμως ο γύρος του θανάτου; Σε μια πίστα ημικυλινδρική, ένας τολμηρός μοτοσικλετιστής έτρεχε με ιλιγγιώδη ταχύτητα και έκανε άλμα στον αέρα, διασχίζοντας πολλά μέρα κενού ! Ο κίνδυνος να πέσει ο αναβάτης στο κενό ήταν εμφανής και αυτό βεβαίως εξιτάριζε τον κόσμο, που αντάμειβε κατόπιν γενναιόδωρα τον ακροβάτη.  Αλλά τώρα την τιμητική της έχει η πολιτική, που δίνει τον τόνο στην καθημερινότητα των Αθηναίων. Στα τέλη Ιουνίου του 1946 αφικνείται στην πόλη, ο γενναίος στρατηγός Μπέρναντ Μοντγκόμερυ. Υπήρξε ένας από τους εδραιωτές της νίκης του μεγάλου πολέμου κι η μονομαχία του με την περίφημη «αλεπού της ερήμου», τον σπουδαίο επίσης γερμανό στρατηγό Έρβιν Ρόμελ, τον είχε καταστήσει παγκόσμιο σύμβολο. Χαρακτηριστικό του συνήθους ντυσίματός του ήταν, ένα πανέμορφο και πολύ στιλάτο παλτό, από το οποίο ο ονοματοδοτήθηκαν τα γνωστά μας σημερινά Μοντγκόμερυ. Ο υψηλός άγγλος προσκεκλημένος είχε πολλές συναντήσεις και επαφές, με έλληνες πολιτικούς και ομολόγους του, στους οποίους εκθείασε τον απαράμιλλο ηρωισμό και τη αυτοθυσία των ελλήνων στρατιωτών και την σπουδαία συμβολή τους, στην εδραίωση της νίκης του μεγάλου πολέμου. Πάραυτα οι στρατιωτικές αυτές φιλοφρονήσεις του Μοντγκόμερυ, για την προσφορά της Ελλάδος στον πόλεμο, δεν συνοδεύονται από πολιτικές δεσμεύσεις, για την πραγματοποίηση των εθνικών αξιώσεων της Ελλάδος, σε πολιτικό επίπεδο !!!

Αλλά με την έλευση του Ιουνίου 1946, εκδημεί από την ζωή μια σπουδαία φυσιογνωμία των ελληνικών γραμμάτων, που αποτύπωσε αδρά τον πνευματικό του σφραγιδόλιθο στο πεδίο της γλωσσολογίας. Αποβιώνει έτσι ο μεγάλος μας γλωσσολόγος και συγγραφέας  της περίφημης Γραμματικής «Αρχαίας ελληνικής» που διδάσκονταν στο Λύκειο, Αχιλλέας Τζάρτζανος. Και την σκυτάλη στην κοινωνική ειδησεογραφία παίρνει ένα άλλο ευχάριστο γεγονός, για τους έλληνες ομογενείς της Αμερικής, όπως αποτυπώθηκε στις εφημερίδες του Ιουνίου 1946. Με απόφασή της η κυβέρνηση αποδεσμεύει τις καταθέσεις των Ελλήνων της Αμερικής, που έχουν τοποθετήσει σε ελληνικές τράπεζες του εξωτερικού. Επρόκειτο για μια σημαντική πολιτική απόφαση, που αποκαθιστούσε το κύρος και την αξιοπιστία του ελληνικού κράτους. Οι έλληνες του εξωτερικού εμπιστευόμενοι την πατρίδα και το ελληνικό κράτος, είχαν τοποθετήσει τις οικονομίες που είχαν βγάλει με οικτρές προσπάθειες, κόπο και αίμα, σε παραρτήματα των τραπεζών μας στο εξωτερικό. Θα ήταν λοιπόν πρωτίστως άδικο, αλλά και εθνικώς επονείδιστο, η πατρίδα να τους «φάει» τα λεφτά. Αποκαθίστατο λοιπόν και αυτή η εκκρεμότητα και οι Αθηναίοι, έμπαιναν στους ρυθμούς του ζεστού και πολύβουου αττικού καλοκαιριού. Έτσι εκκινείτο το εκκρεμές της κοινωνικής, πολιτικής και πολιτισμικής ζωής στην Αθήνα, το καλοκαίρι του ΄46 και ο «γύρος του θανάτου» τέντωνε τα νεύρα ατέρμονα …

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »