Χρήστος Τσαγανέας

Χρήστος Τσαγανέας

Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Ποιος αλήθεια δεν θυμάται την ιστορική ατάκα απο την μνημειώδη μας κωμωδία «Το ξύλο βγήκε απο τον παράδεισο» «Του Θεμιστοκλέους βεβαίως, βεβαίως», όπου ο μεγάλος μας ηθοποιός Χρήστος Τσαγανέας, υποδύονταν τον διευθυντή του Κολεγίου Αθηνών και έπρεπε να επιπλήξει την νεαρά μαθήτριά του Δελησταύρου (Αλίκη Βουγιουκλάκη) για τα σκέρτσα και τα καμώματά της, που ήταν έξω απο τα χρηστά ήθη της κοινωνικής συμπεριφοράς του Κολεγίου; Ήταν μια χαρακτηριστική κωμική σκηνή του, όπου ο έξοχος ηθοποιός το θεάτρου και του κινηματογράφου μας, αποκάλυπτε το σπουδαίο υποκριτικό του τάλαντο, αλλά και το ανεξάντλητο χιούμορ του. Αποτυπώνοντας με ηθική ένταση, αλλά και μοναδική υποβλητικότητα, το μεγαλείο της αστικής τάξης, τους κώδικες ηθικής της, ενίοτε και τα οικοσημά της. Στον ίδιο ρόλο του μεγαλοαστού, θα παρακολουθήσουμε τον σπουδαίο Χρήστο Τσαγανέα και στην έξοχη κωμωδία μας «Μια ζωή την έχουμε» με την μεγαλειώδη επίσης ερμηνεία του απαράμιλλου Τάκη Χόρν, όπου υποδύεται τον πρόεδρο ενός ιδιωτικού τραπεζικού ιδρύματος και απολαμβάνει τις θωπείες μιας πολύφερνης σεξοβόμβας (Υβόν Σανσόν). Αλλά και στο δραματικό φάσμα θα απολαύσουμε πολύ υψηλές ερμηνείες απο τον Χρήστο Τσαγανέα, όπου και εκεί εκδήλωνε το πολυδύναμο υποκρτιτικό του ταλέντο. Χαρακτηριστική είναι η ταινία μας «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», όπου υποδυόμενος έναν τρελό-τρόφιμο τρελοκομείου και εν μέσω των οδυνηρών ιστορικών στιγμών μας του εμφυλίου πολέμου, αναφωνεί «Άνθρωποι, άνθρωποι, πρός τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός;». Που ήταν τελικά και η δραματική κραυγή του ελληνικού λαού !!! Και στην κωμωδία και στο δράμα, ο αξέχαστος Χρήστος Τσαγανέας κινήθηκε με υποδειγματική επάρκεια και διήνυσε μια μακρά και επιτυχημένη καλλιτεχνική πορεία. Παράλληλα απο έξοχος ηθοποιός όμως ο Χρήστος Τσαγανέας, υπήρξε και ένας βαθύτατα πολιτικοποιημένος Έλληνας, που βίωσε απο μάχιμες επάλξεις τον ιστορικό δυναμισμό και το δράμα του λαού μας, στις αιχμηρές κοινωνικά μετεμφυλιακές μας δεκεατίες και έδωσε το παρόν, όποτε η περίσταση το απαιτούσε. Ο Χρήστος Τσαγανέας δεν αναλώθηκε στην προσωπική επαγγελματική του βόλεψη και δεν σιώπησε ποτέ. Αλλά πως εξελίσσεται το κουβάρι της ζωής του μεγάλου μας ηθοποιού;

Θα δει το φως της ζωής στις 2 Ιουλίου του 1906 στην Βράιλα της Ρουμανίας, μέσα στο περιβάλλον μιας μεγαλοαστικής οικογένειας. Ο πατέρας του είναι ένας εύπορος και επιτυχημένος επιχειρηματικά έμπορος της Ρουμανίας και κάνει όνειρα για τον γιό του να τον σπουδάσει νομικό. Έτσι ο Χρήστος Τσαγανέας έρχεται στην Ελλάδα για να ακολουθήσει νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Όμως η μοίρα του είναι προδιαγεγραμμένη για τον χώρο της τέχνης, αφού έχει στο αίμα του λυρικό κύτταρο. Εγκαταλείπει έτσι την νομική για να γραφεί στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Κίνηση που συνεπιφέρει και την σύγκρουση με τον πατέρα του, ο οποίος απογοητευμένος του διακόπτει την οικονομική στήριξη για σπουδές. Αντιμετωπίζει έτσι βιοτικό πρόβλημα και στρέφεται σε μικροδουλειές για να βιοπορίσει, παίζοντας παράλληλα μικρορόλους σε πρόχειρεα θεταρικά σχήματα, τα περιώνυμα «μπουλούκια». Μάλιστα για ύπνο, αποζητά την στέγη του σε ένα εγκαταλελειμ-μένο πλοίο του Πειραιά.

Πάραυτα όμως η δίψα του για το θέατρο και την  τέχνη είναι μεγάλη και του δίνει δύναμη για να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες και να κάνει συνάμα και τα πρώτα του θεατρικά βήματα. Πρόβα τζενεράλε στο σανίδι ο Χρήστος Τσαγανέας θα κάνει το 1929, με την παράσταση «Η θυσία του Αβραάμ» του Βιτσέντζου Κορνάρου, όπου και του δίνεται η ευκαιρία να αναδείξει την σπουδαία υποκριτική του φυσιογνωμία. Θα επακολουθήσει έτσι μια διεσταλμένη χρονικά περίοδος τριών δεκαετιών, δόκιμης θεατρικής παρουσίας, όπου ο Χρήστος Τσαγανέας πρωταγωνιστεί σε σπουδαίες παραστάσεις του κλασικού δραματολογίου, ενώ συνεργάζεαι με τους κορυφαίους θιάσους της εποχής. Παραστάσεις που περιλαμβάνουν και πολλά ξένα αριστουργήματα, όπως του Ίψεν, του Σαίξπηρ, του Γκόγκολ, κ.α. μεγάλων δραματουργών. Σ΄αυτήν του την μακρά θεατρική πορεία, κεντρική θεωρείται η συνεργασία του Χρήστου Τσαγανέα με το Εθνικό μας Θέατρο, όπου άφησε αδρά το λυρικό αποτύπωμά του. Σημείο καμπής για την καλλιτεχνική διαδρομή του μεγάλου μας κωμικού η περίοδος του ΄60, όπου κάνει καθοριστική στροφή στην κωμωδία και συνεργάζεται με τον σπουδαίο μας κωμικό Μίμη Φωτόπουλο.

Στα δίσεκτα τώρα χρόνια της κατοχής, ο Χρήστος Τσαγανέας, αποτελούσε κεντρικό στέλεχος του θιάσου της περιώνυμης-μεγάλης μας θεατρανθρώπου κυρίας Κατερίνας. Οι δραματικές στιγμές υπαγόρευαν αλλαγές και έτσι το θεατρικό σχήμα απο την πρόζα στράφηκε στην επιθεώρηση, που ήταν περισσότερο συμβατή με τις αξιώσεις του κοινού και αποσκοπούσε με έντεχνο τρόπο – ξεπερνώντας το φράγμα της λογοκρισίας – να ευαισθητοποιήσει τον λαό στην αντίσταση κατά των κατακτητών. Το θέατρο έτσι ανέβασε την σατυρική παράσταση «Πολεμικές Καντρίλιες» των Γιαλαμά-Οικονομίδη-Θίσβιου, που γνώρισε μεγάλη επιτυχία και αγκαλιάστηκε απο το θεατρόφιλο κοινό. Παράλληλα όμως με την εμπνευσμένη καλλιτεχνική του παρουσία, ο Χρήστος Τσαγανέας δίνει και το δυναμικό παρόν στα πολιτικά μας δρώμενα. Εντάχθηκε έτσι στις τάξεις του ΕΑΜ Καλλιτεχνών και πάσχισε με όλη του την ηθική ικμάδα, να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο σε αντίσταση κατά των Γερμανών. Αφότου ήλθε η απελευθέρωση ο σπουδαίος μας ηθοποιός ανέπτυξε πρωτουβουλίες και ενεργό δραστηριότητα, για την σύσταση και λειτουργία του Θεατρικού Σχήματος «Ενωμένοι Καλλιτέχνες», πλάι στους άλλους σπίσης σπουδαίους μας ηθοποιούς, Θόδωρο Μορίδη, Γιώργο Σεβαστίκογλου, Αιμίλιο Βεάκη, Γιώργο Παππά κ.α.

Στην μεγάλη μας οθόνη, όπου και θα γνωρίσει με τις ταινίες του «χρυσού» ασπρόμαυρου κινηματογράφου μας την απογείωση του καλλιτεχνικού του κύρους, κάνει την πρωτόλεια εμφάνισή του το 1933, με την ταινία του τούρκου σκηνοθέτη Ερτογρούλ Μουχσίν μπέη «Ο κακός δρόμος», στην οποία παράλληλα συμπρωταγωνιστούσαν οι μεγάλοι μας ηθοποιοί Βασίλης Λογοθετίδης και Μαρίκα Κοτοπούλη. Και έκτοτε θα ακολουθήσει ένας καταιγισμός επιτυχημένων ασπρόμαυρων κωμωδιών μας, που εξακτίνωσαν την φήμη και το καλλιτεχνικό ήθος του Χρήστου Τσαγανέα. Απο τις ταινίες ορόσημο όπως προαναφέραμε για την κινηματογραφική του παρουσία οι «Το ξύλο βγήκε απο τον παράδεισο» το 1959 με τη  ατάκα «του Θεμιστοκλέους βεβαίως, βεβαίως» και «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» το 1948, με την σπουδαία του ατάκα «Άνθρωποι, άνθρωποι, πρός τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός;». Ενώ να σημειώσουμε ακόμα ότι ο Χρήστος Τσαγανέας είχε κάνει το πέρασμά του και απο την μικρή μας οθόνη, συμμετέχοντας στις σειρές την δεακετία του ΄80 «Ψηλά τα χέρια» (1972, ΥΕΝΕΔ) και «Ο πειρασμός»  (1972,ΥΕΝΕΔ).

Για την πολυεπίπεδη και άξια καλλιτεχνική του παρουσία στο θέατρο, τον κινηματογράφο και τον πολιτισμό ευρύτερα, ο ηθικά έξοχος ηθοποιός μας είχε τιμηθεί απο την πολιτεία με τον Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου του Α΄. Ο Χρήστος Τσγανάς ήταν παντρεμένος με την επίσης σπουδαία μας κωμικό Νίτσα Τσαγανέα (1899-2002). Στις 2 Ιουλίου του 1976 και αφού είχε διανύσει μια λαμπρή καλλιτεχνική διαδρομή στο παλκοσένικο και την μεγάλη μας οθόνη, ο Χρήστος Τσαγανέας εκδήμησε απο την ζωή, απολαμβάνοντας της καθολικής εκτίμησης του καλλιτεχνικού κοινού, των συναδέλφων του, αλλά και του κόσμου των γραμμάτων και του πολιτισμού, δοθείσης της πλατιάς ευπρεπούς και δημιουργικής του συμμετοχής στα πολιτισμικά μας δρώμενα. Ήταν σπουδαίος αυτός ο «μεγαλοαστός», που κόμιζε με την ηθικά ευγενή παρουσία του στον κινηματογράφο μας, την αύρα και το μεγαλείο της αστικής τάξης, υπομνίζοντάς μας για πάντα τους κώδικες τιμής της «του Θεμιστοκλέους βεβαίως, βεβαίως» !!! Το παρόν κείμενο έχει δημοσιευθεί στις εφημερίδες της Ηλείας «ΠΑΤΡΙΣ» και «ΑΥΓΗ» και σε περιοδικά πολιτιστικού χαρακτήρα.

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »