Εθνικό όνειδος, η παράδοση στο μόρφωμα των Σκοπίων

Εθνικό όνειδος, η παράδοση στο μόρφωμα των Σκοπίων

Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Δεν είναι λίγες οι φορές που οι θεσμικοί μας φορείς έχουν υποπέσει σε τεράστια ολισθήματα στο πεδίο της εξωτερικής μας πολιτικής. Και ήταν ο μεγάλος Ελευθέριος Βενιζέλος στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, που είχε ψέξει τους συνεργάτες του Νικόλαο Πολίτη και Α. Ανδρέαδη για την άφρονα διπλωματική συμπεριφορά τους σε ότι αφορά την υπογραφή του συμφώνου Πολίτη-Κάλφωφ (1924). Τους προσήπτε συγκεκριμένα ότι «ενήργησαν αφελώς μετά πλήρους περιφρονήσεως προς την πραγματικότητα της ζωής». Κατά εκπληκτική συμμετρία δεκαετίες αργότερα αρμόζουν οι κρίσεις του Βενιζέλου για το Σκοπιανό ζήτημα. Δυστυχώς ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα της διπλωματικής και πολιτικής μας αμετροέπειας, στο δύσβατο πεδίο των εξωτερικών σχέσεων.Και μια τέτοια αναλαμπή στην σωρεία τω λαθών μας εξέφρασε η εμπνευσμένη αποστροφή του αοίδιμου καθηγητή και ακαδημαϊκού μας Μανόλη Ανδρόνικου, ήτοι «Αντιμετωπίσαμε το θέμα των Σκοπίων με δειλία και ωσάν να είμεθα εμείς οι ένοχοι και οι πλαστογράφοι της ιστορίας». Ωστόσο παρά το πελώριο έλλειμμα εξωτερικής πολιτικής, τη διγλωσσία μας, τις παλινωδίες, τη διπλωματική διχοστασία, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνος (26-27/6/1992), απεφάνθη ότι δεσμευτική προϋπόθεση για να αναγνωριστεί το νεοπαγές κρατίδιο των Σκοπίων είναι «μια ονομασία που δεν θα περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία». Διαπίστωση που αντί να αποτελέσει για εμάς ένα ακαταγώνιστο διπλωματικά όπλο, την ξοδέψαμε αστόχαστα.

Η συντεταγμένη μας εξωτερική πολιτική εξεδήλωσε μια επαμφοτερίζουσα και ασπόνδυλη πολιτική γύρω από το θέμα, την οποία και πληρώνουμε ακόμα. Παλινωδίες, αστάθεια, διαρκείς υποχωρήσεις, πολυγλωσσία και σε κάθε περίπτωση ασάφεια έναντι του κεντρικού στόχου μας, να αποτρέψουμε το όνομα Μακεδονία στο όνομα των Σκοπίων, που επί της ουσίας είναι το βασικό όχημα της υφέρπουσας αλυτρωτικής τους πολιτικής. Η εφεκτικότητα και ο απαράδεκτος εθνικά ενδοτισμός είναι γνωστά στοιχεία τόσο στους Ευρωπαίους εταίρους μας, όσο και στους υπερατλαντικούς συμμάχους μας. Για τούτο και προκειμένου να επιτευχθεί η πολυπόθητη για αυτούς λύση του, εφόσον τους απεμπλέκει από πολλά βέτο της Ελλάδος, εξασκούν αφόρητες πιέσεις σε εμάς που είμαστε ευεπίφοροι σ΄ αυτές και άφησαν ανέγγιχτα τα Σκόπια που εξαρχής αποσαφήνισαν «ότι δεν κάνουν πίσω». Δυστυχώς έτσι παίζεται το δύσκολο παιχνίδι των διεθνών σχέσεων και προφανώς χάνει πάντα ο πιο ενδοτικός. Έτσι απο το θρίαμβο - διπλωματική επικύρωση των θέσεών μας στην Λισσαβόνα, περάσαμε στην άνευ όρων παράδοση του ονόματος Μακεδονία, με «αντάλλαγμα» έναντι πινακίου φακής, τον γεωγραφικό προσδιορισμό. Κομιστής των επικίνδυνων και ολέθριων για την Ελλάδα λύσεων ο διαμεσολαβητής Μάθιου Νίμιτς. Δυο δεκαετίες τώρα πηγαίνει και έρχεται κομίζοντας κάθε φορά παραλλαγές των ιδίων και ανθελληνικά σταθερών διπλωματικών του θέσεων-προτάσεων. Κεντρική εξ αυτών προσδίδει το συνθετικό αντί στο Μακεδονία στο Δημοκρατία. Ήτοι Βόρεια ή Νέα Δημοκρατία της Μακεδονίας. Και λοιπόν ; Αποτελεί αυτή η εκτρωματική πρόταση λύση, ή απομειώνει τους εγκυμωνούντες ωμά αλυτρωτικούς κινδύνους των Σκοπίων;

Δυστυχώς οι ελλαδικές διπλωματικές ελίτ, τα εκχώρησαν στην κυριολεξία όλα. Και οι Σκοπιανοί αγέρωχοι και αμετακίνητοι στους στόχους τους, αφού απέρριψαν τις μειωτικές για την εθνική μας αξιοπρέπεια και άμυνα προτάσεις μας, αξιώνουν την άνευ όρων παράδοσή μας. Ενώ και αυτή η αντιομετώπιση του Νίμιτς για την πλήρη αδυναμία του να θέσει στην σωστή του βάση και επομένως να διευκολύνει στην λύση του το ζήτημα, δε ήταν η προσήκουσα. Προ πολλού έπρεπε να τον είχαν «παραιτήσει» ως ανίκανο και αναποτελεσματικό. Πέρα όμως απο τα τραγικά λάθη και τις ολέθριες παραλείψεις μας, η πολιτική μας ηγεσία σήμερα άμεσα- αν ήταν δυνατόν χτές έπρεπε να είχε γίνει – με αίσθημα ευθύνης και την αναγκαία για το υψηλό διεθνοπολιτικό διακύβευμα ευαισθησία, επιβάλλεται να χαράξει μια αποτελεσματική και ευέλικτη εξωτερική πολιτική, που υθα δρομολογήσει την διευθέτηση της μεγάλης μας εκκρεμότητας χωρίς να υποστούμε διπλωματικές απώλειες. Μια τέτοια στρατηγική θα πρέπει να εστιάζεται στις εξής κατευθυντηρίους :

   (1) Επιστροφή της λύσης του προβλήματος στη φυσική του διάσταση που είναι η ονομασία χωρίς το Μακεδονία ή άλλους επιθετικούς προσδιορισμούς του. Όταν ανένοδοτα τα Σκόπια αποκρούουν εδώ και χρόνια της προηγούμενες προτάσεις μας, δεν έχει νόημα να εμμένουμε σ΄αυτές.

   (2) Σύναψη στρατηγικών συμμαχιών κατά περίσταση με Αλβανία και Βουλγαρία, που για δικούς τους λόγους η κάθε μια εξ αυτών, μπορεί να αναπτύξει στάση εναντίων των Σκοπίων. Τα Σκόπια στο πρελούδιο των προπαγανδιστικών τους ενεργειών σφετερισμού της ελληνικής ιστορίας έχουν χάσει κάθε αίσθηση με την πραγματικότητα. Τελευταίως επιχειρούν να βάλουν χέρι και στην Βουλγάρικη ιστορία. Η πέραν κάθε ορίου λεηλασία της ελληνικής ιστορίας απο τους Σκοπιανούς φτάνει σήμετρα μέχρι το Βυζάντιο εξού και το μεγάλο άγαλμα του Ιουστινιανού που έφτιαξαν, ενώ καλπάζει και ακόμα πιο πέρα, μέχρι την καρδιά της Βουλγαρικής ιστορίας, τον Σαμουήλ !!! Κάτι που βεβαίως έχει τρελάνει τους Βούλγαρους.

   (3) Δυναμική αντεπίθεση και γενναία οικονομική στρατηγική επικοινωνίας και ευαισθητοποίησης σε όλα τα διεθνή φόρα, που διαμορφώνουν διπλωματικό και διεθνοπολιτικό κλίμα. Δυστυχώς παραχωρήσαμε τον ζωτικό χώρο να γεμίζουν ερήμην μας τα Σκόπια όλες τις βιβλιοθήκες του κόσμου, με τα κατασκευασμένα χαλκεία παραχάραξης της ιστορίας μας. Έτσι η αναπάντητη απο εμάς προπαγάνδα των Σκοπιανών θέριεψε και εγκλώβισε την παγκόσμια κοινή γνώμη και διπλωματική κοινότητα, στα μή καταρριφθέντα ψεύδη τους. Δεν είναι δύσκολο μέσα απο μια επιτροπή καθηγητών μας διεθνούς κύρους, να σταχυολογήσουμε μερικά απο τα ιστορικά χαλκεία τους, που διαστρέφουν ωμά την διεθνή νομιμότητα και αποπνέουν αλυτρωτικές εδαφικές διεκδικήσεις και να τα καταγγείλουμε νοερά όπου επιβάλλεται.

   (4) Στράτευση ολοκλήρου της πολιτικής μας τάξης, στον πυρήνα του προβλήματος. Το 1992 το ανώτατο πνευματικό μας Ίδρυμα η Ακαδημία Αθηνών, με την έμπεδη επιστημονική της κρίση τεκμηρίωσε αυτό που πρέσβευαν όσο ζούσαν οι δυο κραταιοί μας πολιτικοί μας ηγέτες – Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ανδρέας Παπανδρέου – ότι δηλαδή «Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική». Πάραυτα προϊόντος του χρόνου η ανερχόμενη στα πολιτικά μας πράγματα εθνομηδενιστική πολιτική και ακαδημαϊκή μας τάξη, υποβίβασε δραματικά τον κίνδυνο του ονόματος με την επαγόμενη λεηλασία της ιστορίας μας και την εξ αντανακλάσεως εκδήλωση αλυτωτρικών και εδαφικών διεκδικήσεων και προώθησε τάχατες «ρεαλιστικές» λύσεις για την διεθέτηση της εκκρεμότητας. Σ΄αυτό το μήκος κύμματος και αυτή η Ακαδημία Αθηνών το 2009, υπαναχωρώντας και αναιρώντας έτσι τον ίδιον της τον εαυτό συντάχθηκε με την «σύνθετη ονομασία» (ενοείται με το Μακεδονία), στηρίζοντας πολιτικά τους Κώστα Καραμανλή και Ντόρα Μπακογιάννη.

Και είναι τραγικό για τον τόπο, ότι και οι τελευταίοι υπάρχοντες διπλωματικοί αναλυτές μας, κάνουν χρήση αβασάνιστα του όρου «Σλαβομακεδονία», που παραπέμπει στην ευφυή προπαγάνδα του κορυφαίου Σλάβου ιστοριογράφου Γιόβαν Σβίγιτς (1918). Είναι επιτακτική ανάγκη να αποκρούσουμε τις επικίνδυνες και δολερές για την εθνική μας άμυνα και ιστορική υπόσταση προτάσεις του Μάθιου Νίμιτς και να προτάξουμε το απαιτούμενο εθνικό ανάστημα στο νεοπαγές μόρφωμα των Σκοπίων. Τυχούσα εκκωφαντική ήττα απο τα πολιτικώς ανύπαρκτα Σκόπια, θα σημάνει την αποδόμηση της διαταραγμένης σήμερα – ελέω κρίσης διπλωματικής μας ισχύος, πέραν της υποθήκευσης της εθνικής μας κυριαρχίας. Δεν πρέπει να παίζουμε με την ΙΣΤΟΡΙΑ, διότι συχνά εκδικείται τους αμνήμονες ... Το παρόν άρθρο δημοσιεύθη και στην εφημερίδα "ΠΑΤΡΙΣ" στον κύκλο δοκιμίων μου "Εθνικά Θέματα".

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »