Άγγελος Τερζάκης

 Άγγελος Τερζάκης

Γράφει ο Πάνος Αβραμόπουλος

 Πολυεδρική πνευματική φυσιογνωμία, με ξεχωριστή συμβολή στο μυθιστόρημα, το δοκίμιο, την κριτική και τη θεατρική βιογραφία ο Άγγελος Τερζάκης αποτύπωσε αδρά τον  ίσκιο του στα ελληνικά γράμματα. Είναι από τους χαρακτηριστικούς εκπροσώπους της πολύπλαγκτης και πολύπαθης συνάμα γενιάς του ’30, που κουβαλά το δράμα, αλλά και το μεγαλείο του μεσοπολέμου. Μια γενιά που τη σμίλευσε η τραγική της μοίρα και της κληροδότησε μέσα σε ένα κλίμα ηθικών αναστατώσεων, όλες τις κοινωνικές της στρεβλώσεις. Αυτή την τραγική μοίρα αποτυπώνει σε όλο το έργο του και στους  ήρωες που με ηθικοπλαστική μαστοριά πλάθει  ο Τερζάκης. Γονιμοποιημένη και από την ίδια του τη μελαγχολική ιδιοσυγκρασία, που πάντα τον σπρώχνει στα πικρά, θολά και πονεμένα τοπία του χρόνου της ζωής του. Ο Τερζάκης τεχνουργεί τις φράσεις στα μυθιστορήματά του  με φειδώ και περίσκεψη και για τούτο διαφέρει από τους προγενέστερους του, πεζογράφους μας, στο ότι τις ιδέες του δεν τις παρουσιάζει σαν σύμβολα, μήτε τις διακηρύττει επιβλητικά, αλλά τις κάνει αισθητές με τη συγγραφική του μαεστρία. Ο συγγραφέας αντλεί τους ήρωές του από τη αθηναϊκή φτωχογειτονιά. Κεντρικά του πρόσωπα είναι, οι αδύναμοι, οι ισοπεδωμένοι, που η ζωή τους χωρίς καμιά αναλαμπή ευτυχίας, δεν βρίσκει λύτρωση και βυθίζεται μέσα στη μιζέρια και τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Αυτή την ατμόσφαιρα άλλωστε αναδίνουν και οι τίτλοι των μυθιστορημάτων του Ναυπλιώτη συγγραφέα. «Δίχως θεό», «Η παρακμή των σκληρών», «Δεσμώτες», «Μυστική Ζωή». Τίτλοι που αποτυπώνουν με ηθική ενάργεια έναν κόσμο ταπεινών και καταφρονεμένων, νικημένων από τη ζωή ανθρώπων, μέσα στο μικροαστικό περιβάλλον της αθηναϊκής φτωχογειτονιάς, όπως σημειώνει και ο Α. Σαχίνης. Ανθρώπων που είναι δέσμιοι του πεπρωμένου τους, που ζούν χωρίς θεό μια ζωή απόκρυφη και  μυστική, ασήμαντη και άδοξη στο περιθώριο της μεγάλης πολιτείας. Πάραυτα είναι άνθρωποι που διανοούνται, με ηθική ευαισθησία και υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αλλά που βρίσκονται σε μια διαρκή πάλη με τον εαυτό τους και περιφέρονται αμήχανοι μπρός στις επιταγές της μοίρας, στα καφενεία και στις συνοικίες της Αθήνας,  υποβαθμίζοντας τη ζωή τους και χάνοντας την ευτυχία τους. Στη «Μυστική Ζωή» χαρακτηριστικό έργο του συγγραφέα, ο Τερζάκης προβάλει έναν ήρωα ασυμβίβαστο με την ηθική ασχήμια και τη κατάπτωση της ζωής. Και τον συνταιριάζει με μια γυναικεία ύπαρξη την Βένα φτιαγμένη στα δικά του ηθικά μέτρα. Ωστόσο η αδυναμία του να συμβιβαστεί με τη δική του σκληρή μοίρα, τον εμποδίζει να συνεννοηθεί μαζί της και να βοηθήσει τον έρωτά τους να ευοδωθεί. Η ίδια τραγικότητα της μοίρα των ηρώων του συνεχίζεται και στη «Μενεξεδένια πολιτεία», στην οποία κυριαρχεί η μικροαστική αθλιότητα και η ρουτίνα της καθημερινότητας.

Παρότι έτσι ο Τερζάκης χύνει με την πολυδύναμη αισθητικά γραφίδα του άπλετο φώς από το ωραίο αττικό τοπίο στο μυθιστόρημα, η βαριά σκιά της μοίρας των ηρώων του, δεν επιτρέπει την ανάταση από τη θέαση της φυσικής ομορφιάς του. Πολύ ωραία δίνει στη κριτική του για τον δημιουργό αυτή την αίσθηση ο επίσης μεγάλος των γραμμάτων μας Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος. «Μέσα από το δέρμα των ανθρώπων του Τερζάκη υπάρχει ένα πηχτό στρώμα στενοχώριας :σπασμένα φτερά ανικανοποίητοι πόθοι, περιστατικά που μαραίνουν την ύπαρξη». Το κλίμα αυτής της τραγικότητας αλλάζει στην «Παρακμή των σκληρών», από τις πρώτες δημιουργίες του Τερζάκη. Στην οποία κυριαρχεί μια θετική άποψη για τη ζωή. Στο μυθιστόρημα αυτό ο Τερζάκης στοχεύει στο να δημιουργήσει ήρωες σκληρούς, γρανιτένιους, αλύγιστους στα χτυπήματα της ζωής. Ακόμα να τους χτυπήσει, με ελεγχόμενο όμως τρόπο, τα πάθη, τα άγρια ένστικτα και τις φιλοδοξίες τους, αντιπαραβάλλοντας σταδιακά την πτώση τους, με την πτώση της συγκαιρινής του μικροαστικής κοινωνίας. Ενώ στην «Πριγκίπισσα Ιζαμπώ», το επι-βλητικό αυτό ιστορικό μυθιστόρημα του Τερζάκη που είναι από τις αρτιότερες αισθητικά δημιουργίες του και είναι γραμμένο την περίοδο της κατοχής, ο συγγραφέας μέσω της εξαχρείωσης και της δυστυχίας από την πείνα των βιλάνων, συνειρμικά μας παραπέμπει στην κατοχή του ελληνικού λαού. Όμως παράλληλα με το πολύπλευρο μυθιστορηματικό του έργο που σφράγισε τα ελληνικά γράμματα ο Τερζάκης κατέλειπε σπουδαίο έργο στο πεδίο της θεατρικής βιογραφίας, το οποίο επάξια εκπροσώπησε σε εθνικό επίπεδο. Είδος του λόγου στο οποίο ο Τερζάκης στέκεται με αγάπη και συμπάθεια για τους αφανείς και τους ξεχασμένους της ιστορίας. Δεν επιλέγει για ήρωές του – από τη βυζαντινή εποχή που είναι η προσφιλής του ιστορική περίοδος – αυτούς που εξέτρεπαν με τα κατορθώματά τους τον ιστορικό ρού, αυτούς που λάμπουν και φαντάζουν στο ιστορικό προσκήνιο. Αλλά αυτούς που πέρασαν στα ψιλά της ιστορίας. Τόσο ο Μιχαήλ ο Δ’ στο ομώνυμο έργο του «Μιχαήλ Δ’», όσο και ο Κωνσταντίνος ο ΣΤ’  στο ο «Σταυρός και το σπαθί» δεν είναι πρόσωπα του ιστορικού προσκηνίου, πρωταγωνιστές, αλλά άσημοι και ταπεινοί. Κλείνοντας την αναφορά στο έργο του, δεν μπορούμε παρά να μην υιοθετήσουμε την κριτική θεώρηση του μεγάλου Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, που συνεπέρανε για τον Τερζάκη «Ανεδείχθη λαμπρός ζωγράφος των σκοτεινών καταστάσεων, των πνιγμένων ψυχών, των ημιτελών ανθρώπων, των συνταξιούχων της ζωής».Και για τον μυθιστορηματικό του ήρωα «Δεν είναι ο ήρωας, είναι ο μάρτυρας, δεν είναι ο άνθρωπος θύτης, είναι ο άνθρωπος θύμα». Ο Τερζάκης διακρίθηκε σε όλο το έργο του για την ευγένεια του ήθους και την προσήλωση στις κλασικές αξίες που νοηματοδοτούν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αντιφεγγίζοντας την υψηλή του παιδεία και την ηθική του ευαισθησία. Παρότι όργωσε με την επίμοχθη πνευματική του προσπάθεια, το απέραντο έδαφος του πεζού μας λόγου και αρχήθεν γνώριζε ότι ανήκε στη χωρία των εκλεκτών του πνεύματος, δεν παρασύρθηκε ποτέ σε προπέτεια και μεγαλαυχία. Άλλοτε από αίσθημα πνευματικής αιδημοσύνης και άλλοτε από μετριοπάθεια, αλλά και περηφάνια συγχρόνως, κρατούσε πάντοτε χαμηλούς τόνους στην τόσο έντονη από την ποιότητα της γραφίδας του, πνευματική παρουσία του. Σε ότι αφορά τα βιογραφικά στοιχεία του. Γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1907. Τελείωσε νομικά, αλλά σύντομα τα εγκατέλειψε για να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Το 1937 έγινε γραμματέας του Εθνικού μας Θεάτρου και αργότερα καλλιτεχνικός και γενικός διευθυντής του Δραματολογίου (1954). Μετά τον πόλεμο υπήρξε φιλολογικός συνεργάτης του «ΒΗΜΑΤΟΣ», και από το 1948 θεατρικός κριτικός, ενώ διετέλεσε και διευθυντής του περιοδικού του «ΒΗΜΑΤΟΣ» «Εποχές». Το 1969 τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών και το 1974 έγινε ακαδημαϊκός. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου του 1979.Το παρόν κείμενό μου δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΑΥΓΗ» του Πύργου, στην στήλη «Κορυφαίοι της σύγχρονης ελληνικής γραμματολογίας», αλλά και σε άλλα περιοδικά τέχνης και φιλολογικού στοχασμού και είναι απόσπασμα απο το υπο έκδοση βιβλίο μου «Κριτική της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας».

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος είναι M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Πηγή :www.panosavramopoulos.blogspot.gr


Share this

Related Posts

Previous
Next Post »