Λιλή Μαρλέν

 Λιλή  Μαρλέν

Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

Ποιος άνθρωπος μικρός ή μεγάλος με διαχρονικές μουσικές αναζητήσεις δεν γοητεύτηκε από την μεγάλη αυτή τραγουδιστική επιτυχία, στο άκουσμα της οποίας κάποτε δονείτο το ανατολικό και δυτικό μέτωπο, αλλά και ολάκερη η μεταπολεμική  Ευρώπη; Στο συλλογικό υποσυνείδητο η «Λιλί Μαρλέν» είναι καταχωρισμένη σαν την μεγάλη επιτυχία της Μάρλεν Νντίτριχ, που εξέγειρε τα μπάρ και τις καρδιές του Μεσοπολεμικού Βερολίνου. Δεν είναι όμως αυτή η αληθινή ιστορία του τραγουδιού θρύλος !!!. Γύρω στα 1923  ο συνθέτης Χάνς Λάπ παλιός στρατιώτης του Α΄ παγκοσμίου πολέμου γράφει ένα τραγούδι που αναφέρεται στη μοναξιά και τη λύπη των απομονωμένων στρατιωτών, των χαρακωμάτων του πολέμου. Το τραγούδι με νοσταλγία μιλά για την  ζωή ενός φαντάρου στο φυλάκιο και στο ρεφρέν περιλαμβάνει ένα γυναικείο όνομα που επέπρωτο να γίνει μύθος. «Λιλί Μαρλέν». 15 χρόνια αργότερα ο συνθέτης Νόρμπερτ Σούλτσε το μελοποιεί σε βάλς με επιβλητικούς ρυθμούς εμβατηρίου, για τη χρήση προπαγανδιστικών σκοπών. Η Γερμανία για τους μυημένους ετοιμάζεται  …Ο συνθέτης δίνει το τραγούδι σε μια άσημη ξανθιά την Λάλε Άντερσεν, που βγάζει το ψωμί της τραγουδώντας σε περιθωριακά μπάρ του Βερολίνου. Το τραγούδι γίνεται δίσκος εβδομήντα οχτώ στροφών και η Λάλε Άντερσεν του αποτυπώνει τη σφραγίδα της, με την αισθησιακή-βραχνή φωνή της. Όμως η μοίρα δουλεύει για την μεγάλη αυτή επιτυχία … Ο Γερμανοί τον Απρίλιο του 1941 καταλαμβάνουν μέσα σε ώρες τη Γιουγκοσλαβία. Διαπιστώνουν την μεγάλη ισχύ εκπομπής του ραδιοφωνικού σταθμού του Βελιγραδίου που ακούγεται μέχρι τη Βόρεια Αφρική, στην οποία τα «άφρικα κόρπς» του διαβόητου στρατηγού Έρβιν Ρόμελ, δίνουν σκληρές μάχες. Οι γερμανοί στρατιώτες χρειάζονται τόνωση και το Βελιγράδι ζητά από το Βερολίνο δίσκους με μεγάλες τραγουδιστικές επιτυχίες για να εμψυχωθούν. Μαζί με πολλούς άλλους σκονισμένους και επώνυμα τραγούδια φτάνει και ο δίσκος της Λάλε Άντερσεν. Το τραγούδι ακούγεται από τους στρατιώτες του Ρόμελ και κάνει πάταγο. Από στόμα σε στόμα, σε λίγες μόνον ημέρες η «Λιλί Μαρλέν» γίνεται θρύλος. Χιλιάδες γράμματα κατακλύζουν τους υπευθύνους του σταθμού του Βελιγραδίου διάστικτα σε ενθουσιασμό από τους γερμανούς φαντάρους, που στο άκουσμα του «Λιλί Μαρλέν» ξεχνούν τα ηθικά βάσανα και τους πόνους του στρατού. Πανέξυπνος ο Γιόζεφ Γκαίμπελς υπουργός προπαγάνδας του Χίτλερ και ίσως από τους πατέρες της σύγχρονης προπαγάνδας, δίνει εντολή να εφοδιασθούν όλοι σταθμοί στο ανατολικό και δυτικό μέτωπο με το δίσκο της Άντερσεν, που της ζητά να τραγουδά ζωντανά με την ορχήστρα της τη «Λιλί Μαρλέν» από τον κεντρικός σταθμό του Βερολίνου. Το λόγο έχει πια η ιστορία με τους συνήθεις αχανείς δαιδάλους της …

Το τραγούδι προκαλεί πανδαιμόνιο. Εκατομμύρια στρατιώτες σε όλο το μέτωπο και τη Μεσόγειο τραγουδούν το κομμάτι που εξάπτει τη φαντασία και τα όνειρά τους. Και το σπουδαιότερο, το τραγούδι αρχίζει να κατακτά και τους «απέναντι». Το’43 και το ’44 βρίσκει τους βρετανούς και τους αμερικανούς στρατιώτες να δονούνται από αυτή την απαράμιλλη τραγουδιστική επιτυχία. Είναι εκπληκτικό. Οι δυο μεγάλοι στρατοί της ανθρωπότητας αλληλοσκοτώνονται, τραγουδώντας το ίδιο τραγούδι !!!. Μόνο στην παγωμένη Ρωσία το τραγούδι δεν ακούγεται διότι ο Στάλιν από τους μύστες της προπαγάνδας, φοβάται τον κίνδυνο της αλλοτρίωσης. Όμως είναι τέτοια η επιτυχία του κομματιού στις γραμμές των Γερμανών στη Ρωσία, που η γερμανική διοίκηση φτιάχνει άγαλμα της Λάλε Άντερσεν στο δρόμο για το Σμολένσκ, προκειμένου να το βλέπουν οι γερμανοί στρατιώτες και να αναπτερώνεται το ηθικό τους. Ο Γκαίμπελς θα στρατεύσει στην προπαγάνδα του και την ίδια την Άντερσεν η οποία όμως δεν είναι χιτλερική. Η Άντερσεν ενώ βρίσκεται στον Κολοφώνα της δόξας της ερωτεύεται τον Εβραίο Ρόλφ Λίμπερμαν που ζεί ελεύθερος στην Ελβετία. Όλα μπορεί να τα ανεχτεί η τρομερή Γκεστάπο στην εθνική πια τραγουδίστρια της Γερμανίας, όχι όμως έρωτες με έναν εβραίο. Στέλνουν να την συλλάβουν, όμως η Λάλε επιχειρεί να αυτοκτονήσει. Οι σύμμαχοι θα την βρούν ξέπνοη σε ένα γκρεμισμένο από το χαλασμό, νοσοκομείο του Βερολίνου. Η Άντερσεν θα ζήσει μεταπολεμικά στην αχλή του μύθου στην χώρα της. Το τραγούδι έχει απαγορευτεί ως χιτλερικό στη Γερμανία, εισπράττει όμως αμύθητα ποσά απο πνευματικά δικαιώματα, μιας και τραγουδιέται ακατάπαυστα σε όλη την Ευρώπη. Το 1972 η Λάλε Άντερσεν αφήνει την τελευταία της πνοή, έχοντας περάσει όμως στην ΙΣΤΟΡΙΑ. Το «Λιλί Μαρλέν» θα το υιοθετήσει και η μεγάλη γερμανίδα ντίβα Μάρλεν Ντίτριχ και θα τραγουδήσει τα κομμάτι χιλιάδες φορές, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι ήταν δικό της. Όμως άλλη ήταν η πραγματική τραγουδίστρια - όπως περιγράψαμε πιο πάνω - της θρυλικής «Λιλί Μαρλέν» … Το παρόν κείμενο, έχει δημοσιευθεί σε εφημερίδες της Ηλείας και σε περιοδικά κοινωνικού προβληματισμού.

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος είναι M.Sc. Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »